Συνέχεια από σελ. 17
Την 18η Φεβρουαρίου 1959, τα 35 παρευρισκόμενα μέλη της κυπριακής αντιπροσωπείας ψήφισαν στο ξενοδοχείο για την αποδοχή ή μη της Συμφωνίας της Ζυρίχης. 27 ψήφισαν υπέρ και 8 κατά, ο Τάσος Παπαδόπουλος, ο Βάσος Λυσαρίδης, ο Ανδρέας Ζαρτιάδης, ο Μιχαήλ Πίσσας και οι 4 κομμουνιστές δήμαρχοι.
Η συνεδρίαση είχε προγραμματισθεί να ξεκινήσει το πρωί, αλλά λόγω του ατυχήματος του Μεντερές ξεκίνησε στις 17:00. Ο Μακάριος ολοκλήρωσε τη τοποθέτηση του λέγοντας ότι, «Η συμφωνία είναι καλή, αλλά δεν σημαίνει ότι μπορεί να γίνει αποδεκτή». Μετά την ομιλία του και στο κλίμα δυσανασχετήσεως που είχε δημιουργηθεί ο Αβέρωφ υλοποίησε την προειδοποίηση του Καραμανλή. Διαχώρισε την θέση της Ελλάδος από αυτή των Ελληνοκυπρίων δηλώνοντας: «Η Ελλάδα τιμά την υπογραφή της και η συμφωνία της Ζυρίχης είναι δεσμευτική για την Ελληνική κυβέρνηση. Οι Κύπριοι είχαν δεχθεί να τους εκπροσωπεί ο Μακάριος, ο οποίος ενημερώνονταν συνεχώς για τη πορεία των διαπραγματεύσεων και είχε δώσει τη συγκατάθεσή του σε κάθε βήμα». Ο Ντεκτάς προειδοποίησε ότι εάν γινόντουσαν αποδεκτές οι επιθυμίες του Μακαρίου, δεν γνώριζε ποιες θα ήταν οι συνέπειες. Η συνεδρίαση ξέφυγε του σκοπού της με τους περισσότερους να σκέφτονται πως θα διαχειριστούν το επαπειλούμενο ναυάγιο. Ο Βρετανός Υπουργός Εξωτερικών Σέλγκουντ Λόυντ προσπάθησε να πείσει το Μακάριο να αποδεχθεί τη συμφωνία επαναφέροντας στη μνήμη την προσπάθεια του Χάρντινγκ τρία χρόνια πριν.
Το βράδυ στο ξενοδοχείο οι Κύπριοι συζητούσαν όλη τη νύκτα με την πλειοψηφία να πιέζει το Μακάριο να αποδεχθεί τις συμφωνίες. Ο ηγέτης του εργατικού κόμματος της Αγγλίας τον παρότρυνε να τις υπογράψει. Του τηλεφώνησε επίσης και η Βασίλισσα Φρειδερίκη, εξορκίζοντας τον να υπογράψει για χάρη της Ελλάδος. Γράφεται ότι δέχθηκε πιέσεις και από την μυστική υπηρεσία του Ηνωμένου Βασιλείου την Μ 16.
Η 3η Ημέρα της Διασκέψεως
Την 19η Φεβρουαρίου κατά τη τρίτη και τελευταία συνεδρίαση της διασκέψεως προήδρευε ο Πρωθυπουργός Μάκμιλλαν. Ο Μακάριος έκανε στροφή 180 μοιρών και υπέγραψε την συμφωνία. Οι συμμετέχοντες υπέγραψαν τις 3 συμφωνίες της Ζυρίχης και τις 7 συμπληρωματικές του Λονδίνου. Οι πρωθυπουργοί Καραμανλής και Μακμίλλαν μετέβησαν στο νοσοκομείου που νοσηλεύονταν ο Μεντερές, οπού οι 3 ηγέτες υπέγραψαν το τελικό κείμενο.
Μετά την υπογραφή της συμφωνίας ο μέν Καραμανλής δήλωσε «Εἷναι ἡ εὐτυχέστερη ἡμέρα τῆς ζωῆς μου», ο δε Μακάριος «Νῦξ αἰώνων παραχωρεῖ τἠν θέσιν της εἰς τό γλυκύ φῶς της ἡμέρας καὶ ἀθάνατον ἀπό τὰ βάθη τῆς ἱστορίας μας ἀναδύεται τὸ μέγα μήνυμα, Νενικήκαμεν». Θα ήταν προτιμότερο να ευχηθούν τη μακροημέρευση της εφαρμογής της, αλλά μάλλον ήθελαν να εκφράσουν την ανακούφισή τους για τους δικούς του λόγους έκαστος.
Οι Αντιδράσεις
Στην Κύπρο στην αρχή υπήρχαν επιφυλάξεις, στη συνέχεια όμως και ειδικά μετά την απελευθέρωση των εγκλείστων επικράτησε κλίμα ευφορίας. Την 1η Μαρτίου ο Μακάριος επέστρεψε στη Κύπρο, μέσα σε ξέφρενους πανηγυρισμούς 200.000 συγκεντρωθέντων. Κατά την περιγραφή των εφημερίδων «άδειασε η Κύπρος για να υποδεχθεί τον Εθνάρχη».
Σύσσωμη η αντιπολίτευση στην Ελλάδα (Σοφοκλής Βενιζέλος, Ηλίας Ηλιού, Ηλίας Τσιριμώκος, Στέφανος Στεφανόπουλος, Σπύρος Μαρκεζίνης, Γεώργιος Μαύρος, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης) χαρακτήρισε τις συμφωνίες επιζήμιες και προδοτικές. Οι επικρίσεις ήσαν δριμύτατες και δεν υπήρξε μειονέκτημα που δεν μεγαλοποιήθηκε στο έπακρον, με αποκορύφωμα την κατηγορία εγκαταλείψεως «πατρώας γης». Η αντιπολίτευση υπέβαλλε 2 προτάσεις μομφής κατά της κυβερνήσεως, οι οποίες όμως καταψηφίσθηκαν.
Στις 13 Δεκεμβρίου 1959, διεξήχθησαν εκλογές για την ανάδειξη Προέδρου. Ο Μακάριος αναδείχθηκε πρώτος Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας με πενταετή θητεία, λαβών ποσοστό 66,82 %, έναντι 33,18 που έλαβε ο Ιωάννης Κληρίδης.
Τη νύχτα της 15ης προς την 16η Αυγούστου 1960 στις 2 μετά τα μεσάνυχτα στη Λευκωσία, ο κυβερνήτης της Κύπρου Χιού Φουτ διάβασε στην αίθουσα του Μεταβατικού Υπουργικού Συμβουλίου (το σημερινό Μέγαρο της Βουλής των Αντιπροσώπων) την προκήρυξη της Βασιλίσσης Ελισάβετ Β΄, με την οποία ανακοίνωσε την εγκατάλειψη της αγγλικής κυριαρχίας στην Κύπρο, στη βάση των Συμφωνιών Ζυρίχης Λονδίνου. Το μεσημέρι της 16ης Αυγούστου έγινε στο μέγαρο του Κυβερνείου η υποστολή της βρετανικής και η έπαρση της κυπριακής σημαίας. Στις 11 Ιουλίου 1963, το Υπουργικό Συμβούλιο θέσπισε ως επίσημη Ημέρα της Ανεξαρτησίας της Κύπρου την 1η Οκτωβρίου.
Η Καταγγελία
Την 30η Νοεμβρίου 1963, ο Μακάριος με την δικαιολογία ότι τα συνταγματικά δικαιώματα των Τούρκων και ιδιαίτερα το βέτο του αντιπροέδρου εμπόδιζαν την ομαλή λειτουργία της δημοκρατίας, κατήγγειλε μονομερώς τις συμβάσεις Λονδίνου Ζυρίχης, με 13 προτάσεις τροποποιήσεως του κυπριακού συντάγματος, που υπέβαλλε προς τις εγγυήτριες δυνάμεις. Αυτή η πράξη ακύρωνε στην ουσία τις συνθήκες. Ακολούθησαν συγκρούσεις μεταξύ των δύο κοινοτήτων και βομβαρδισμοί από την Τουρκική αεροπορία. Οι Τουρκοκύπριοι συγκεντρώθηκαν σε καθορισμένες περιοχές, δημιουργήθηκε η πράσινη γραμμή και απεστάλη δύναμις του ΟΗΕ.
Οι συνθήκη εγγυήσεως που συνόδευε τις συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου χρησιμοποιήθηκε ως δικαιολογία για την εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο τον Ιούλιο του 1974, μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα του Ιωαννίδη για την ανατροπή του Μακαρίου.
Διαπιστώσεις Συμπεράσματα
Ο Μακάριος με το σύνθημα της «ενώσεως» της Κύπρου με την Ελλάδα, έτυχε της καθολικής υποστηρίξεως τόσο του κυπριακού, όσο και του ελληνικού λαού. Επί της ουσίας όμως επιθυμούσε μια ανεξάρτητη Κύπρο υπό την διοίκηση των Ελληνοκυπρίων. Κάθε φορά που οι Βρετανοί παραχωρούσαν δικαιώματα προς τους Ε/Κ εξανίστατο η Τουρκία. Το ίδιο συνέβαινε από την Ελλάδα, όταν υποχωρούσαν στις αξιώσεις των Τ/Κ. Χωρίς τη συμφωνία και των 5 δεν θα επιτυγχάνονταν λύση, ήταν κάτι που ο Μακάριος αρνιόνταν να το αποδεχθεί. Θεωρούσε το Κυπριακό πρόβλημα υπόθεση μεταξύ αυτού και της Μεγάλης Βρετανίας.
Ο Μακάριος εκμεταλλεύθηκε στο έπακρον την δημοφιλία του, αναγκάζοντας τις κυβερνήσεις της Ελλάδος να προσαρμόζουν την εξωτερική πολιτική τους προς υποστήριξη των σχεδίων του. Η γενικότερη στάση του Μακαρίου κατέδειξε ότι η ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα ήταν ένα χρήσιμο σύνθημα απευθυνόμενο στο ψυχισμό όσων αισθανόντουσαν πάνω από όλα Έλληνες και μετά Κύπριοι. Το πρόβλημά του δεν ήταν η Βρετανία, αλλά ότι ήθελε την ανεξαρτησία μ’ αυτόν στο τιμόνι της Κύπρου. Το γεγονός ότι σήμερα στο Ηνωμένο Βασίλειο διαβιούν οι περισσότεροι Κύπριοι εκτός Κύπρου (400.000-450.000), με δεύτερη την Αυστραλία (70.000-100.000), τρίτη τις ΗΠΑ (60.000-80.000) και τέταρτη την Ελλάδα (60.000-70.000) καταδεικνύει ότι δεν υπάρχει έχθρα ή έστω αντιπάθεια προς τους πρώην «δυνάστες», αλλά απλώς ήθελαν να αποτινάξουν το «ζυγό». Ο Μακάριος διαφώνησε με όλους τους εκλεγμένους και μη Έλληνες πρωθυπουργούς στα 30 χρόνια της παραμονής του στην ηγεσία της Κύπρου (Νικόλαο Πλαστήρα, Σοφοκλή Βενιζέλο, Αλέξανδρο Παπάγο, Κωνσταντίνο Καραμανλή, Γεώργιο Παπανδρέου και τον δικτάτορα Γεώργιο Παπαδόπουλο).
Για τα συμβαλλόμενα μέρη η συμφωνία υπήρξε το αίσιο τέλος ενός επώδυνου συμβιβασμού, που οδήγησε στην δημιουργία του Κυπριακού κράτους. Μισό και πλέον αιώνα μετά την υπογραφή τους, η εξέλιξη του κυπριακού και η ωμή πραγματικότητα καταδεικνύουν ότι οι υπογραφείσες συμφωνίες ήσαν ένας αναγκαίος και επωφελής συμβιβασμός για τις δύο κοινότητες.
Η συνέχεια απέδειξε ότι ο Μακάριος δεν την θεώρησε ποτέ ως οριστική λύση, αλλά ένα ελιγμό προκειμένου να πετύχει αυτό που οραματιζόταν σαν την τελική νίκη. Η μονομερής καταγγελία της συμφωνίας εκ μέρους του το 1963, αποδείχθηκε ολέθριο σφάλμα. Η καταγγελία μιας συμφωνίας πρέπει να συνοδεύεται και από την ισχύ επιβολής των καταγγελλομένων, εάν δεν την έχεις, τότε την αποδέχεσαι. Ο Μακάριος είχε τη ευκαιρία να μην την υπογράψει, αλλά δεν το έπραξε.
Οι συνθήκες του Λονδίνου και της Ζυρίχης αποτέλεσαν ακόμα ένα κρίκο στην αλυσίδα των χαμένων ευκαιριών του Κυπριακού προβλήματος. Η κύρια ευθύνη γι’ αυτό εμπίπτει στις ηγεσίες μας, οι οποίες δεν έχουν το θάρρος να αναλάβουν την ευθύνη για την υλοποίηση του εφικτού και αδρανούν αναμένοντας στο διηνεκές το ευκταίο. Επιζητούμε συνέχεια το κάτι περισσότερο μα δυστυχώς εισπράττουμε το κάτι λιγότερο και καταλήξαμε να προσπαθούμε να τετραγωνίσουμε το κύκλο.
- Ο Ιωάννης Κρασσάς είναι ο αντιστράτηγος ε.α.