- Έχουμε την πιο σοβαρή και υπεύθυνη κυβέρνηση των τελευταίων 2-3 δεκαετιών, που βρίσκεται σε διαρκή σύνδεση με το κοινωνικό γίγνεσθαι, που έχει ωθήσει την Ελλάδα μπροστά σε κάθε τομέα
Της Μαρίας Καραουλάνη
Ο Θεοχάρης (Χάρης) Θεοχάρης έγινε γνωστός στο ευρύ κοινό, όταν το 2011 ανέλαβε Γενικός Γραμματέας Πληροφοριακών Συστημάτων επί κυβέρνησης Γιώργου Παπανδρέου. Μάλιστα από τις αρχές του 2013 ως και τον Ιούνιο του 2014 ήταν Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων στο Υπουργείο Οικονομικών. Η απομάκρυνσή του (μέσω παραίτησης επί κυβέρνησης Σαμαρά) αναφερόταν από τον επικεφαλής του ευρωπαϊκού τμήματος του ΔΝΤ, Πολ Τόμσεν ως σημείο καμπής για τη μη ολοκλήρωση της πέμπτης αξιολόγησης του ελληνικού οικονομικού προγράμματος.
Το επόμενο βήμα του κ. Θεοχάρη ήταν με την εκλογή του ως βουλευτού Β’ Αθήνας με το Ποτάμι στις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 και σε αυτές του Σεπτεμβρίου του 2015. Από το Ποτάμι αποχώρησε τον Απρίλιο του 2016. Μετά από μία τρίμηνη στάση (Ιούλιος-Οκτώβριος 2016) στην Δημοκρατική Ευθύνη του Αλέκου Παπαδόπουλου, εντάχθηκε στη Νέα Δημοκρατία, όπου όχι μόνο εξελέγη βουλευτής, αλλά στην πρώτη κυβέρνηση Κυριάκου Μητσοτάκη είχε την ευθύνη του υπουργείου Τουρισμού από τον Ιούλιο του 2019 μέχρι τον Αύγουστο του 2021. Από τον Σεπτέμβριο του 2021 έχει οριστεί Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος.
Πλέον με εντολή του πρωθυπουργού ανέλαβε γραμματέας προγράμματος της Νέας Δημοκρατίας. Μία θέση που είναι πολύ σημαντική, καθώς μιλάμε ότι με βάση αυτό το πρόγραμμα θα διεκδικήσει το κυβερνών κόμμα τις νίκες στις επόμενες εκλογικές αναμετρήσεις και την αυτοδυναμία του.
Στη συνέντευξη που παραχώρησε ο Χάρης Θεοχάρης στην «60+» τονίζει μεταξύ άλλων για τους στόχους που έχει θέσει ο ίδιος σχετικά με τη νέα του θέση. Αναφέρεται επίσης στα μέτρα στήριξης της κυβέρνησης για την αντιμετώπιση της ακρίβειας. Αναλυτικά η συνέντευξη του Χάρη Θεοχάρη είναι η ακόλουθη:
–Κύριε Θεοχάρη, θα συμφωνούσατε ότι η επιλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη να αναθέσει σε εσάς καθήκοντα Γενικού Γραμματέα Προγράμματος της Νέας Δημοκρατίας είναι ακόμη μία επιβεβαίωση ότι διανύουμε μια μακρά προεκλογική περίοδο;
«Όχι, σε καμία περίπτωση. Η περίοδος που διανύουμε είναι περίοδος σκληρής μάχης με τα προβλήματα που απασχολούν κάθε Έλληνα και κάθε Ελληνίδα. Όταν εξελίσσεται μια πολεμική σύρραξη στο ανατολικό όριο της Ευρώπης και ενόσω οι παρενέργειες αυτού του άδικου και αναίτιου πολέμου προκαλούν αναταράξεις σε οικουμενική κλίμακα -τις οποίες βιώνουμε και εμείς, με την κρίση ακρίβειας στον ενεργειακό τομέα και όχι μόνο- θα ήταν δείγμα επιπολαιότητας να εστιάζουμε στην προετοιμασία εκλογών. Ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, μου έκανε την τιμή να με επιλέξει για τη θέση του Γενικού Γραμματέα Προγράμματος της Νέας Δημοκρατίας, προκειμένου να συμβάλλω στον καλύτερο συντονισμό και την πιο αποτελεσματική εφαρμογή της πολιτικής μας. Αλλά για να βελτιώσουμε την καθημερινότητα του ελληνικού λαού προσφέροντας άμεσες και ρεαλιστικές λύσεις, όχι για να προσελκύσουμε ψηφοφόρους. Ο κ. Μητσοτάκης έχει ξεκαθαρίσει ότι οι εκλογές θα γίνουν στο τέλος της τετραετίας και έως τότε αναμένει από τα κυβερνητικά και κομματικά στελέχη ουσιαστικό έργο και όχι προεκλογικές περιοδείες. Άλλωστε, αυτή η έκφραση «μακρά προεκλογική περίοδος», προσωπικά μου θυμίζει κάτι μάλλον δυσάρεστο, όπως πχ η μακρά Covid-19».
Η ακρίβεια ταλανίζει την κοινωνία
-Είστε ένας πολιτικός ιδιαίτερα κινητικός, που βρίσκεστε σε τακτική επαφή με τους απλούς πολίτες, πχ μέσω της σειράς εκδηλώσεων «Έχεις τον λόγο» κ.λπ. Ποια είναι τα πιο συχνά αιτήματα και τα παράπονα που δέχεστε;
«Έχετε δίκιο, για εμένα ανέκαθεν η πολιτική είχε να κάνει με την άμεση και την ειλικρινή επικοινωνία. Και είναι πραγματικά πολύτιμη η άποψη του κόσμου, έτσι όπως την εκφράζει αυθόρμητα και αφιλτράριστα όποτε δίνεται η ευκαιρία να μιλήσει απευθείας σε ένα πολιτικό στέλεχος. Το τρέχον διάστημα, όπως είναι προφανές, το ζήτημα του πληθωρισμού και της ακρίβειας είναι αυτό που απασχολεί κατά προτεραιότητα τους πολίτες. Αυτό που διαπιστώνω όμως, είναι ότι σε σχέση με το παρελθόν υπάρχει μια μεγαλύτερη ωριμότητα και μια ευρύτερη, πιο ψύχραιμη συνειδητοποίηση ότι οι αυξήσεις που βλέπουμε όλοι μας στο λογαριασμό του ηλεκτρικού ρεύματος είναι ένα φαινόμενο που υπερβαίνει τις δυνατότητες οποιασδήποτε εθνικής κυβέρνησης. Οι άνθρωποι εκεί έξω ενημερώνονται και καταλαβαίνουν ότι υπάρχει μια αλυσίδα, μια αρνητική αλληλουχία συγκυριών -εννοώ ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία ήρθε να επιδεινώσει μια ήδη βεβαρημένη κατάσταση στην παγκόσμια οικονομία, την παραγωγή αγαθών, τις μεταφορές κ.ο.κ., λόγω της πανδημίας. Βλέπω, λοιπόν, ότι οι πολίτες εκτιμούν την προσπάθεια της κυβέρνησης να σταθεί ουσιαστικά και δραστικά δίπλα τους. Το καλύτερο παράδειγμα είναι τα μέτρα στήριξης των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, με μια γενναία οικονομική ενίσχυση για τους «φουσκωμένους» λογαριασμούς του ρεύματος, αλλά και η άνευ προηγουμένου παρέμβαση της κυβέρνησης στην αγορά με στόχο τη συγκράτηση των τιμών, εφαρμόζοντας δρακόντεια φορολόγηση 90% στα υπερκέρδη των παρόχων ηλεκτρικής ενέργειας. Οι πολίτες βλέπουν και αξιολογούν. Και, φυσικά, μας λένε «ευτυχώς που όλα αυτά τα δεινά μάς έτυχαν με κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας». Διότι, αντίθετα με ό,τι θα επιθυμούσε ή αντίθετα με ό,τι θέλει να πιστεύει ο κ. Τσίπρας, ο ελληνικός λαός δεν έχει πάθει αμνησία. Ούτε οι αλλεπάλληλες κρίσεις έχουν κάνει τους Έλληνες να χάσουν την λογική και την κρίση τους».
-Δέχεστε την κριτική ότι ο πρωθυπουργός ασχολείται περισσότερο με τις διεθνείς σχέσεις, παρά για τα εσωτερικά προβλήματα;
«Κατηγορηματικά όχι. Και, επιτρέψτε μου, αν υπάρχει τέτοια κριτική, είναι εξαιρετικά άδικη και ανακριβής. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι εργασιομανής και συχνά εκπλήσσει τους συνεργάτες του με την αντοχή αλλά και την ικανότητά του να μην παραμελεί ακόμη και το πλέον επουσιώδες ζήτημα. Πέραν αυτού, ο πρωθυπουργός έχει εκτοξεύσει το διεθνές κύρος της χώρας, αναλαμβάνοντας σειρά πρωτοβουλιών σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης και όχι μόνο. Και δεν θα πρότεινα να συγκρίνετε την ιστορικής σημασίας παρουσία του κ. Μητσοτάκη στις ΗΠΑ με αντίστοιχες επισκέψεις Ελλήνων πρωθυπουργών του πρόσφατου παρελθόντος. Ούτως ή άλλως, ο ΣΥΡΙΖΑ υπήρξε η χειρότερη κυβέρνηση της μεταπολίτευσης και ακολούθως, μετά από την ήττα του 2019, έγινε μια εξίσου κακή, αλλοπρόσαλλη αντιπολίτευση. Ο κ. Τσίπρας κρίνεται καθημερινά για όσα έκανε και για όσα λέει ξανά ότι θα κάνει, επιμένοντας στη δημαγωγία και το λαϊκισμό, υποτιμώντας πάντα τη νοημοσύνη του ελληνικού λαού».
Η πιο σοβαρή κυβέρνηση
-Δεν θεωρείτε ότι συσσωρεύεται δυσαρέσκεια προς την κυβέρνηση, την οποίαν καρπώνεται η αντιπολίτευση -και όχι μόνον ο ΣΥΡΙΖΑ; Δεν σας ανησυχεί η αναδιάταξη δυνάμεων, ιδιαίτερα στην κεντροαριστερά, ύστερα από την εκλογή του κ. Νίκου Ανδρουλάκη ως προέδρου του ΠΑΣΟΚ;
«Ακόμη και εάν υπήρχε «ρεύμα», όπως υπονοείτε, πχ προς το ΠΑΣΟΚ που επιχειρεί να αναγεννηθεί, δε θα με ανησυχούσε. Μια σοβαρή αντιπολίτευση είναι μέρος της υγιούς λειτουργίας του δημοκρατικού, κοινοβουλευτικού πολιτεύματος. Κατά τη γνώμη μου, αυτό που έχουμε στην Ελλάδα την τρέχουσα περίοδο, είναι την πιο σοβαρή και υπεύθυνη κυβέρνηση των τελευταίων 2-3 δεκαετιών. Μια κυβέρνηση που βρίσκεται σε διαρκή σύνδεση με το κοινωνικό γίγνεσθαι, μια κυβέρνηση που έχει ωθήσει την Ελλάδα μπροστά σε κάθε τομέα: Αναφέρω απλώς την ψηφιοποίηση και την πάταξη της γραφειοκρατίας στο δημόσιο, την πρωτοφανή οχύρωση της εθνικής άμυνας, την ενθάρρυνση της πράσινης επιχειρηματικότητας, την ανάδειξη και προστασία των δικαιωμάτων κοινωνικών ομάδων όπως τα άτομα ΛΟΑΤΚΙ+ τα οποία προηγουμένως ήταν εντελώς περιθωριοποιημένα κ.λπ. Και, βέβαια, ας μην ξεχνάμε τα 43,8 δισ. ευρώ που διοχέτευσε η κυβέρνηση στην πραγματική αγορά, με στόχο την ανάκαμψη και την ενδυνάμωση της ανάπτυξης, το πρόγραμμα «Ελλάδα 2.0», τις εκατοντάδες χιλιάδες των νέων θέσεων εργασίας κ.α. Από την άλλη, ο κ. Ανδρουλάκης επί του παρόντος απολαμβάνει το «μήνα του μέλιτος» ως νέος ηγέτης της παράταξής του, μια «περίοδο χάριτος» η οποία όμως δεν θα διαρκέσει επ’ αόριστον. Ο κ. Ανδρουλάκης κυρίως πανηγυρίζει για την ανάσταση του ΠΑΣΟΚ, μολονότι ο ίδιος μέχρι στιγμής, το μόνο προσόν που έχει επιδείξει είναι ότι παραμένει αμέτοχος -αντικειμενικά αλλά και από επιλογή- στην άσκηση της καθαυτό πολιτικής. Από την άλλη, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δοκιμάζεται στην αντιμετώπιση των πραγματικών προβλημάτων και ως ένα μέτρο είναι φυσικό να γίνεται στόχος της δυσφορίας των πολιτών, εφόσον κάνει το καθήκον της, αναλαμβάνοντας δράση. Προσωπικά όμως δεν ανησυχώ. Είμαι βέβαιος πως όποτε κληθεί να επιλέξει, ο ελληνικός λαός θα εμπιστευτεί το κλειδί της αυτοδυναμίας στον Κυριάκο Μητσοτάκη και τη Νέα Δημοκρατία».