- Ο Γιώργος Πολύζος εάν επισκεφθεί την Τέλενδο και την Ψέριμο θα έχει ταξιδεύσει και στα 100 κατοικημένα ελληνικά νησιά
Ποια είναι η διαφορά ενός τουρίστα από ένα ταξιδιώτη; Όπως λένε αυτοί που έχουν περάσει μία ζωή σε ταξίδια «ο ταξιδιώτης είναι εντελώς διαφορετικός από τον τουρίστα. Του αρέσει να ζει περιπέτειες, να γνωρίζει νέους ανθρώπους και να ζει κάθε στιγμή του ταξιδιού, ακόμα κι αν δεν είναι πάντοτε ευχάριστη. Γενικά, αντιμετωπίζουν τα ταξίδια τους με εντελώς διαφορετικό τρόπο».
Φυσικά την ίδια άποψη είχε εκφράσει και ο Λεμουέλ Γκιούλιβερ, ο φανταστικός ήρωας του Ιρλανδού συγγραφέα και κληρικού Τζόναθαν Σουίφτ στο μυθιστόρημα φαντασίας «Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ» που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1726 και σε βελτιωμένη εκδοχή το 1735. Ο ήρωας του βιβλίου, λοιπόν, λέει
ότι απολαμβάνει τα ταξίδια, παρότι αυτή η αγάπη του είναι υπεύθυνη για την καταστροφή του. Να σημειωθεί ότι το συγκεκριμένο βιβλίο έχει πάρει ένα σωρό διακρίσεις, ενώ όταν πρωτοδιαβάστηκε στην Βρετανία ένας υπουργός είχε στείλει επιστολή στον συγγραφέα τονίζοντας πως «διαβάζεται με την ίδια ευκολία και στο υπουργικό συμβούλιο και σε ένα παιδικό υπνοδωμάτιο».
Δεν γνωρίζουμε εάν στον Γιώργο Πολύζο, τώρα συνταξιούχος, του αρέσει η περιπέτεια, ή εάν νιώθει σαν τον Γκιούλιβερ. Όμως το μόνο σίγουρο είναι ότι δικαίως περηφανεύεται πως έχει επισκεφθεί όλα τα νησιά της Ελλάδας, εκτός από δύο. Την Τέλενδο και την Ψέριμο.
Το ξεκίνημα
Η πρώτη φορά που ο κ. Πολύζος επισκέφθηκε ένα νησί ήταν όταν ήταν πολύ μικρός σε ηλικία. Τότε ήταν η Θάσος. Το επόμενο οικογενειακό ταξίδι ήταν στο νησί της Παμβώτιδας στη ομώνυμη λίμνη των Ιωαννίνων.
Κι αφού έγινε η αρχή, ο κ. Πολύζος έβαλε ως σκοπό της ζωής του να ταξιδεύσει σε όλα τα νησιά (μικρά και μεγάλα) της Ελλάδας. Και μέχρι τώρα τα έχει καταφέρει περίφημα. Με τα ταξίδια στα ελληνικά νησιά, στόχος του Γιώργου Πολύζου είναι να τα γνωρίσει μέσα από περιηγήσεις στις απόκρυφες γωνιές τους, μέσα από επισκέψεις σε μουσεία, εκκλησίες ή μονές, μέσα από την τοπική τους κουζίνα και τις ιδιαίτερες γεύσεις και κυρίως μέσα από τους ανθρώπους τους.
Φωτογραφίες και αναμνήσεις
Ταξιδεύοντας σε όλη του τη ζωή στα ελληνικά νησιά, έχει γεμίσει το σαλόνι του με άπειρες φωτογραφίες – όλες τους αναλογικές, με άλμπουμ ταξινομημένα ανά προορισμό, με καρτ ποστάλ, μαγνητάκια, ποτηράκια που γράφουν το όνομα του κάθε νησιού και ιδιαίτερα αντικείμενα – σουβενίρ, για να του θυμίζουν το κάθε ταξίδι του.
«Απομένει η Τέλενδος, που βρίσκεται δίπλα στην Κάλυμνο και η Ψέριμος πάνω από την Κω για να ολοκληρώσω αυτόν τον κύκλο και να πετύχω το στόχο που έθεσα πριν από πολλά χρόνια. Να επισκεφθώ όλα τα κατοικημένα νησιά της Ελλάδας, που είναι περίπου εκατό», δήλωσε με περηφάνια ο Γιώργος Πολύζος στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων..
Ως συνταξιούχος
Το αγαπημένο του χόμπι-τα ταξίδια- ο κ. Πολύζος το μετέτρεψε σε καθημερινότητα όταν συνταξιοδοτήθηκε το 2012. Διότι στον εργασιακό του βίο στον ιδιωτικό τομέα είχε διευθυντικές θέσεις, καθώς είναι απόφοιτος του οικονομικού τμήματος της νομικής σχολής στη Θεσσαλονίκη και έκανε δύο μεταπτυχιακά στον Καναδά στα οικονομικά και στη διοίκηση επιχειρήσεων.
Ο 70χρονος σήμερα Πολύζος είναι πατέρας δύο παιδιών και παππούς δύο εγγονιών, παντρεύτηκε στα 27 του με την Άσπα, η οποία τον έχει ακολουθήσει στα περισσότερα ταξίδια του. Κάθε ένα από τα ταξίδια του, αποτέλεσε μία αξέχαστη εμπειρία, που όπως τονίζει, χαράχτηκε στο μυαλό και την καρδιά του και οφείλεται κυρίως στη συγκινητική φιλοξενία που δέχτηκε κυρίως σε μικρούς -άγνωστους για κάποιους και ξεχασμένους από πολλούς- προορισμούς.
Θυμάται τα πάντα και αφηγείται ιστορίες από όλα όσα εισέπραξε στους προορισμούς αυτούς, συγκινείται και συγκινεί. Μιλά για το ταξίδι του στην Κέρκυρα, απ’ όπου επισκέφτηκε την Ερείκουσα, τους Ωθωνούς, αλλά δεν βόλευε το καράβι για το Μαθράκι, το τρίτο από τα Διαπόντια νησιά. Ρωτώντας τυχαία κάποιον στο λιμάνι του Αγίου Στεφάνου στη Βόρεια Κέρκυρα, του πρότεινε να τον πάει ο ίδιος με το ταχύπλοό του και επιπλέον να τον επιστρέψει στο τέλος τη μέρας. «Υπέθεσα ότι κάνει τη διαδρομή επ’ αμοιβή. Όταν ρώτησα τι χρωστάω μου είπε ότι τον προσβάλλω, γιατί του αρκεί που έρχομαι από τη Θεσσαλονίκη και θέλω να δω τον τόπο του», αναφέρει.
Στον Καστό
Αντίστοιχο περιστατικό του συνέβη στην προσπάθειά του να επισκεφθεί τον Καστό, ένα νησάκι κάτω από τη Λευκάδα, το οποίο έχει ακτοπλοϊκή σύνδεση ορισμένες μέρες της εβδομάδας με το λιμανάκι του Μύτικα Αιτωλοακαρνανίας. «Ενώ κάναμε κράτηση για τρία βράδια σε ένα ενοικιαζόμενο δωμάτιο, χάσαμε το καραβάκι και τηλεφώνησα στην ιδιοκτήτρια να την ενημερώσω. Μου είπε να μη στεναχωριόμαστε και ότι θα στείλει το σύζυγό της να μας παραλάβει. Εκτός του ότι δεν μας πήρε χρήματα για τη μεταφορά με το καΐκι του, η σύζυγός του μας υποδέχτηκε με γλυκά, με πίτες, με αγκαλιές και με φιλιά…», θυμάται. Καθώς σκέφτεται τον Καστό, ο κ. Πολύζος μελαγχολεί, γιατί κατά την παραμονή του είχε μάθει πως τότε, οι μόνιμοι κάτοικοι το χειμώνα ήταν μόνο δεκαεπτά, όλοι τους ηλικιωμένοι, οι οποίοι κάθε μέρα μαζεύονταν στο καφενείο και …μετριούνταν. «Αν συνειδητοποιούσαν ότι κάποιος λείπει, θα πήγαιναν στο σπίτι του να δουν αν έπαθε ή αν χρειάζεται κάτι», εξηγεί.
Μία άλλη ιστορία που του έρχεται στο νου είναι από την επίσκεψή του στα Τριζόνια, στο νησάκι που βρίσκεται μέσα στον Πατραϊκό – Κορινθιακό κόλπο, πολύ κοντά στη Γλυφάδα Φωκίδας, όπου πήγε μέσα σε λίγα λεπτά με ένα πλοιαράκι, με το οποίο και θα επέστρεφε το βράδυ. «Στο μεταξύ έπιασε φουρτούνα και εκδόθηκε απαγορευτικό για τα μικρά πλοία. Ο καπετάνιος, που είχε σπίτι στο νησί και με κάλεσε να μείνω, αρνήθηκε να τον πληρώσω και είπε ότι είναι χαρά του που θα περάσουμε τη μέρα μαζί, θα πιούμε τσίπουρο και θα φάμε χταποδάκι», αναφέρει.
Από το τελευταίο τους ταξίδι έχουν να θυμούνται την άφιξή τους στους Αρκιούς, όπου ρώτησαν στο ταβερνάκι στο οποίο θα έτρωγαν μετά την καθιερωμένη αναγνωριστική βόλτα αν υπάρχει κάποια τοπική γεύση δεν πρέπει να χάσουν, όπως για παράδειγμα μια ιδιαίτερη πίτα. «Ενώ δεν ήταν στο μενού, μέχρι να γυρίσουμε από τη θάλασσα η μαγείρισσα την είχε φτιάξει και φεύγοντας μας έδωσε κι άλλα τοπικά εδέσματα», λέει.
Σε κελί μοναστηριού
Θυμάται ακόμη ότι στο Παλιό Τρίκερι, ένα μικρό νησάκι στον Παγασητικό, ένας Αγιορείτης μοναχός που συνάντησαν, ο οποίος αναστήλωσε την επί πολλά χρόνια εγκαταλελειμμένη μονή του νησιού, όταν έμαθε ότι θα ήθελαν να μείνουν ένα ακόμη βράδυ αλλά δεν υπήρχε διαθεσιμότητα στο κατάλυμα που ήδη διέμεναν, του πρότεινε να τον φιλοξενήσει μαζί με τη σύζυγό του σε ένα από τα κελιά. «Ήταν παράξενο να μένει ένα ζευγάρι στο ίδιο μοναστηριακό κελί, το οποίο ήταν πανέμορφο, πολύ περιποιημένο και πεντακάθαρο από κυρίες που πήγαιναν εκεί θεωρώντας ότι με αυτόν τον τρόπο προσφέρουν στην Παναγία στην οποία είναι αφιερωμένη η μονή. Είχε δύο μονά χτιστά κρεβάτια, τα οποία χώριζε ένα τζάκι και ήταν στολισμένο με όμορφα χειροποίητα κεντήματα. Για τη συγκεκριμένη διανυκτέρευση δεν μας χρέωσαν κάτι, αφού οι επισκέπτες αν θέλουν, δίνουν ό,τι θέλουν», εξηγεί.
Μία από τις πιο έντονες εικόνες που ξεχωρίζει, ήταν σε μία βόλτα του στη χώρα της Ανάφης, ενός νησιού ανατολικά της Σαντορίνης. «Όπως περπατούσα ανάμεσα στα φρέσκοασπρισμένα σπίτια, στα πλακόστρωτα που έχουν τις λευκές διαχωριστικές γραμμές κυκλαδίτικου στιλ, έξω από ένα σπίτι -στου οποίου τα σκαλοπάτια καθόταν ένας παππούς με ρυτιδιασμένο πρόσωπο και άσπρα μαλλιά, είχε μια γλάστρα με βασιλικό, τον οποίο χάιδεψα και αμέσως μετά έφερα το χέρι μου στη μύτη να τον οσμιστώ. Το άρωμα του βασιλικού αναμεμειγμένο με τη θαλάσσια αλμύρα και τον αιγαιοπελαγίτικο άνεμο με μάγεψε και δεν μπόρεσα να αντισταθώ να περάσω και δεύτερη φορά το χέρι μου πάνω από αυτόν. Λίγα βήματα πιο πέρα, ακούω μια φωνή “γιε μου, γιε μου” και γυρνώντας να δω, ήταν ο παππούλης που σηκώθηκε να μου προσφέρει ένα ματσάκι βασιλικό που ετοίμασε εκείνη την ώρα, επειδή αντιλήφθηκε ότι μου άρεσε», αναφέρει με συγκίνηση.
Ο ίδιος φροντίζει να κρατά δεσμούς με κάποιους από τους ανθρώπους που συνάντησε και συχνά, προτείνει να ανταποδώσει τη φιλοξενία είτε στη Θεσσαλονίκη, είτε στο πατρικό του στην Πιερία ή στο εξοχικό του στη Χαλκιδική.
Κι όταν ολοκληρώσει τα ταξίδια με την Τέλενδο και την Ψέριμο έχει αρχίσει να οργανώνεται για να επισκεφθεί όλες τις τεχνητές λίμνες της Ελλάδας και να ολοκληρώσει τις επισκέψεις του σε κράτη της Ευρώπης που έχουν πληθυσμό κάτω του ενός εκατομμυρίου.