Όταν πέθανε τον αφαίρεσε ένας παθολόγος, ο Τόμας Χάρβει για να τον μελετήσουν ειδικοί επιστήμονες, δίχως να καταλήξουν σε ξεκάθαρα συμπεράσματα
Αναμφίβολα ο Άλμπερτ Αϊνστάιν είναι ο σημαντικότερος επιστήμονας του 2ου αιώνα και ένας από τους σπουδαιότερους όλων των εποχών. Ο Γερμανός θεωρητικός φυσικός, εβραϊκής καταγωγής, ήταν, μεταξύ άλλων, ο θεμελιωτής της Θεωρίας της Σχετικότητας, και ο άνθρωπος πίσω από το νόμο για το φωτοηλεκτρικό φαινόμενο, που του χάρισε το Νόμπελ Φυσικής το 1921.
Οι ανακαλύψεις του Αϊνστάιν σχετικά με τη φύση του χώρου και του χρόνου εξακολουθούν να αποτελούν αντικείμενο επιστημονικής έρευνας μέχρι και σήμερα, σχεδόν 70 χρόνια από το θάνατό του, ενώ το όνομά του χρησιμοποιείται ακόμα και ως χαρακτηρισμός για κάποιον που παρουσιάζει ιδιαίτερη ευφυΐα.
Αυτός ήταν και ο λόγος που ο εγκέφαλός του αποτέλεσε αντικείμενο «πόθου» για πολλούς ερευνητές, που πίστευαν ότι η μελέτη του θα μπορούσε να βοηθήσει στην αποκάλυψη των νευρολογικών βάσεων της νοημοσύνης. Ο «πατέρας» της Θεωρίας της Σχετικότητας, ωστόσο, ήταν προνοητικός, και δεν του άρεσαν οι εκδηλώσεις λατρείας στο πρόσωπό του.
Όπως αναφέρει το National Geographic, επικαλούμενο το βιβλίο του 2005, «Postcards from the Brain Museum» του Brian Burrell, ο Αϊνστάιν είχε αφήσει πίσω του συγκεκριμένες οδηγίες σχετικά με τα λείψανά του: Είχε ζητήσει να αποτεφρωθεί και οι στάχτες του να σκορπιστούν σε μυστικό σημείο, με στόχο να αποθαρρυνθούν οι κάθε τύπου «ειδωλολάτρες». Τα πράγματα, ωστόσο, δεν πήγαν όπως το επιθυμούσε.
Ο Άλμπερτ Αϊνστάιν έφυγε από τη ζωή στις 18 Απριλίου του 1955, στο νοσοκομείο του Πρίνστον στις ΗΠΑ, σε ηλικία 76 ετών. Σύμφωνα με σχετικό άρθρο του BBC, ο θεωρητικός φυσικός ψιθύρισε μερικές λέξεις στα γερμανικά λίγο πριν ξεψυχήσει, ωστόσο η νοσοκόμα που βρισκόταν δίπλα του στις τελευταίες του στιγμές δεν μιλούσε τη γλώσσα, με αποτέλεσμα τα τελευταία λόγια του Αϊνστάιν να χαθούν για πάντα.
Η αποτέφρωσή του έγινε αργότερα την ίδια μέρα, με τον γιο του να μαθαίνει την επομένη ότι το σώμα του πατέρα του στο φέρετρο δεν ήταν άθικτο. Ο εγκέφαλος του σπουδαίου επιστήμονα είχε πέσει θύμα κλοπής από τον εφημερεύοντα παθολόγο του νοσοκομείου Τόμας Χάρβεϊ. Όπως αναφέρεται σε βιβλίο, ο Χάρβεϊ κατάφερε τελικά να αποσπάσει μια απρόθυμη και αναδρομική «ευλογία» -συγκατάθεση του γιου του Αϊνστάιν, με απόλυτο όρο τη χρήση του εγκεφάλου για τη διεξαγωγή έρευνας αποκλειστικά προς το συμφέρον της επιστήμης.
Καθώς ο ίδιος δεν ήταν νευρολόγος, υποσχέθηκε στο γιο του μεγάλου φυσικού ότι θα συγκέντρωνε τους σπουδαιότερους ειδικούς της χώρας προκειμένου να μελετήσουν τον εγκέφαλο του εκλιπόντος και να δημοσιεύσουν άμεσα τα ευρήματά τους. Μετά από αυτό το περιστατικό, ο Χάρβεϊ έχασε τη δουλειά του στο νοσοκομείο του Πρίνστον, και ο ίδιος πήρε τον εγκέφαλο στη Φιλαδέλφεια, όπου τον τεμάχισε σε 240 κομμάτια, και αφού έστειλε δείγματα στους σπουδαιότερους νευρολόγους της εποχής, τον τοποθέτησε σε δύο βάζα με ειδικό υγρό για τη συντήρησή του, και τον αποθήκευσε στο υπόγειό του. Μετά από απειλές της συζύγου του ότι θα τον… πετούσε, ο Χάρβεϊ πήρε τον εγκέφαλό μαζί του στις μεσοδυτικές πολιτείες. Ο εγκέφαλος του μεγάλου επιστήμονα βρέθηκε σε διάφορες περιοχές του Κάνσας, ακολουθώντας τον Χάρβεϊ στις περιπέτειές του, και ενίοτε κρυμμένος σε διάφορα σημεία των σπιτιών που φιλοξένησαν τον «τυχοδιώκτη» παθολόγο.
Καμία διαφορά
Την ίδια ώρα, όπως αναφέρει το BBC, τα ευρήματα των νευρολόγων, όσων δηλαδή επικοινώνησαν τελικά με τον Χάρβεϊ, ήταν μάλλον απογοητευτικά, αφού ο εγκέφαλος του σπουδαίου επιστήμονα δεν φαινόταν να διαφέρει σε τίποτα από τους «κανονικούς», μη ιδιοφυείς εγκεφάλους.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με την ίδια πηγή, μεταξύ όσων επιθυμούσαν να έχουν στην κατοχή τους τον εγκέφαλο του Αϊνστάιν ήταν και ο αμερικανικός στρατός.
Όταν ένας νεαρός δημοσιογράφος προσέγγισε τον Χάρβεϊ το 1978, σχεδόν 25 χρόνια από το θάνατο του μεγάλου επιστήμονα, διαπίστωσε πως ο παθολόγος δεν ήταν πρόθυμος να μιλήσει για την υπόθεση. Ωστόσο, όταν ο δημοσιογράφος πίεσε τον Χάρβεϊ να του δείξει έστω κάποιες φωτογραφίες του περίφημου οργάνου, ο παθολόγος σηκώθηκε και πήγε στη γωνία του δωματίου του, όπου κάτω από ένα ψυγείο μπύρας υπήρχε μια στοίβα από χαρτόκουτα. Στο τελευταίο εξ αυτών, που έφερε την ένδειξη «μηλίτης» υπήρχαν δύο μεγάλα βάζα που περιείχαν ό,τι είχε απομείνει από τον εγκέφαλο του φυσικού.
Οι μελέτες και τα πορίσματα
Η κλοπή του εγκεφάλου από τον Χάρβεϊ πυροδότησε μια σειρά καταστροφικών για τον ίδιο γεγονότων. Ο Χάρβεϊ έχασε τα πάντα: Τη δουλειά του, το γάμο του, την καριέρα του την ίδια.
Τελικά, η πρώτη μελέτη γύρω από τον εγκέφαλο του Αϊνστάιν δημοσιεύτηκε το 1985, 30 ολόκληρα χρόνια μετά το θάνατό του, και με αρκετές ακόμη να την ακολουθούν. Μεταξύ των πορισμάτων τους, το γεγονός ότι ο εγκέφαλος του Αϊνστάιν φαίνεται πως είχε περισσότερα νευρογλοιακά κύτταρα σε σχέση με τον μέσο άνθρωπο, τα οποία παρέχουν στήριξη και προστασία στους νευρώνες του εγκεφάλου. Την ίδια ώρα, ο κατώτερος βρεγματικός λοβός του Αϊνστάιν, το τμήμα δηλαδή που είναι υπεύθυνο για την κατανόηση του χώρου και τη μαθηματική ανάλυση, ήταν μεγαλύτερος από τον κανονικό.
Παράλληλα, ο μεγάλος επιστήμονας είχε περισσότερο ανεπτυγμένο το τμήμα του εγκεφάλου που συνδέεται με τη δημιουργία σχεδίων και τη μνήμη, ενώ παρατηρήθηκε και ισχυρότερη σύνδεση στις «ίνες» που ενώνουν το δεξί με το αριστερό ημισφαίριο του εγκεφάλου, γεγονός που υποδηλώνει ενισχυμένη συνεργασία μεταξύ τους.
Σε γενικές γραμμές, οι 6 μελέτες που πραγματοποιήθηκαν εντόπισαν διαφορές σε μεμονωμένα κύτταρα ή σε συγκεκριμένες δομές στον εγκέφαλο του Αϊνστάιν. Το ερώτημα που προκύπτει, ωστόσο, είναι το εξής: Είναι τα παραπάνω χαρακτηριστικά που ανέπτυξε ο Αϊνστάιν αφιερώνοντας τη ζωή του στην ανώτερη σκέψη και τη μάθηση, ή γεννήθηκε έτσι; Ωστόσο, η αλήθεια είναι ότι η σύνδεση των πορισμάτων των επιστημόνων με την ιδιοφυΐα του Αϊνστάιν δεν ήταν κάτι παραπάνω από εικασίες.
Μιλώντας στο BBC, ο Terence Hines, καθηγητής ψυχολογίας στο πανεπιστήμιο Pace ο οποίος έχει ασκήσει έντονη κριτική στις σχετικές μελέτες, τόνισε ότι «Δεν μπορείς να πάρεις μόνο έναν εγκέφαλο κάποιου που είναι διαφορετικός από όλους τους άλλους, και να πεις ότι βρήκες αυτό που τον έκανε αυτό που ήταν. Αυτά είναι μπούρδες!».
Ο ίδιος ο Χάρβεϊ, μιλώντας το 1978 στον δημοσιογράφο που τον εντόπισε, παραδέχτηκε ότι οι έρευνες που είχαν διεξαχθεί μέχρι εκείνη τη στιγμή έδειχναν ότι ο εγκέφαλος του Αϊνστάιν αντιστοιχούσε σε έναν φυσιολογικό εγκέφαλο για έναν άνθρωπο της ηλικίας του. Ο ίδιος, ωστόσο, δεν προχώρησε ποτέ στη δημοσίευση αυτών των πορισμάτων, αναμένοντας να εντοπιστούν εξαιρετικές διαφορές – αντάξιες ενός εξαιρετικού ανθρώπου.
Το 1998, ο Τόμας Χάρβεϊ παρέδωσε τα 170 κομμάτια εγκεφάλου που είχε ακόμη στην κατοχή του στον Δρ. Έλιοτ Κράους, επικεφαλής παθολόγο στο Πανεπιστημιακό Ιατρικό Κέντρο του Πρίνστον, όπου παραμένουν μέχρι και σήμερα.