Τις ελπίδες που είχαν γεννηθεί από δυο αποφάσεις των Διοικητικών Δικαστηρίων, οι οποίες χορήγησαν κύρια σύνταξη σε ασφαλισμένη παρά το γεγονός ότι χρωστούσε ασφαλιστικές εισφορές πάνω από το όριο (πλαφόν) που ίσχυε με τον προηγούμενο νόμο και ήταν 15.000 ευρώ (30 συντάξεις κατώτατου ορίου), κατέρριψε το Συμβούλιο Επικρατείας.
Σε χρόνο ρεκόρ 40 ημερών, το Α’ Τμήμα του Ανωτάτου Δικαστηρίου, με την υπ’ αριθμόν 363/2024 απόφαση του, εξανέμισε τις ελπίδες ασφαλισμένων με υψηλές οφειλές στον ΕΦΚΑ να πάρουν τη σύνταξή τους και να εξοφλούν το ποσό με μηνιαία παρακράτηση. Η 7μελής σύνθεση κλήθηκε να αποφανθεί σε αίτημα του ΕΦΚΑ να ανατραπούν δυο αποφάσεις, Διοικητικού Πρωτοδικείου και Εφετείου, που έκριναν πως η μη έγκαιρη (βάση προθεσμιών) ειδοποίηση του ασφαλισμένου οδηγεί σε καταβολή της σύνταξης.
Το δικαστήριο απάντησε αρνητικά αναφέροντας ότι «η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, με την οποία επικυρώθηκε κατ’ ουσίαν η πρωτόδικη απόφαση και κρίθηκε ότι η αναιρεσίβλητη δικαιούται να λάβει (οριστική) σύνταξη γήρατος από την πρώτη του επόμενου μήνα από την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης βάσει των καταστατικών διατάξεων του Ταμείου, χωρίς να απαιτείται προηγούμενη εξόφληση του οφειλόμενου ποσού που υπερβαίνει το ως άνω νόμιμο όριο, επειδή το Ταμείο δεν γνωστοποίησε σ’ αυτήν την οφειλή της εντός της δίμηνης προθεσμίας του άρ. 6 παρ.1 εδ. γ΄ του π.δ. 258/1983, δεν αιτιολογείται νομίμως και για τον λόγο αυτό, που βασίμως προβάλλεται, πρέπει να αναιρεθεί».
Οι δυο αποφάσεις είχαν γεννήσει ελπίδες σε χιλιάδες οφειλέτες μεγάλων ποσών ασφαλιστικών εισφορών που δεν μπορούν να λάβουν σύνταξη στο τέλος του βίου τους, έστω με την ευεργετική παρακράτηση ενός ποσού ώστε να επιβιώνουν. Το πλαφόν οφειλής πάνω από το οποίο δεν λαμβάνεις σύνταξη, την επίμαχη περίοδο για τη συγκεκριμένη ασφαλισμένη προσφεύγουσα ήταν 15.000 και αυξήθηκε πρόσφατα στις 30.000 ευρώ. Πλέον όμως η δικαστική απόφαση “ενταφιάζει” τις ελπίδες όσων περίμεναν να “αυξηθεί” δικαστικά αυτό το πλαφόν.