Του Μιχάλη Κωτσάκου
Με το καλημέρα θα μπω στο ψητό. Πολύ σωστά δόθηκαν οι αυξήσεις στους στρατιωτικούς. Και μεταξύ μας έπρεπε να δοθούν και περισσότερα, διότι αυτοί οι άνθρωποι είναι οι φρουροί όλων μας για να μπορούμε να κοιμόμαστε ήσυχα, να διασκεδάζουμε, να ζούμε συνολικά μία κανονική ζωή.
Τουναντίον οι στρατιωτικοί και οι οικογένειες τους ζουν μία περίεργη καθημερινότητα. Που αλλάζει κάθε δύο ή τρία χρόνια με τις μεταθέσεις που έχουν και σε καμία περίπτωση δεν ευνοεί αυτό που λέμε ήρεμο οικογενειακό κλίμα. Τα παιδιά τους μέχρι να ολοκληρώσουν την φοίτηση σε πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση μπορεί να έχουν αλλάξει σχολείο μέχρι και έξι φορές, με ότι συνεπάγεται για την ψυχική γαλήνη ενός παιδιού, που κάθε δύο χρόνια πρέπει να βρίσκει νέους συμμαθητές, να κάνει νέες παρέες, με συνέπεια να μην μπορεί να ζήσει αληθινά τον δεσμό μίας ειλικρινούς φιλίας, η οποία σφυρηλατείται με τα χρόνια.
Όμως από την άλλη θεωρώ μέγιστη ανορθογραφία-να το γράψω πιο κομψά- το ότι από τις αυξήσεις εξαιρέθηκαν οι άνδρες και οι γυναίκες που υπηρετούν στα σώματα ασφαλείας. Διότι ναι μεν έχουμε ανάγκη τους στρατιωτικούς για να φυλάσσουν τα σύνορα, αλλά από την άλλη για τις καθημερινές ανάγκες ένας πολίτης τρέχει στον αστυφύλακα, στον πυροσβέστη και τον λιμενικό και από αυτούς περιμένει βοήθεια.
Με βάση το παραπάνω θεωρώ δείγμα υγείας την αντίδραση και του κ. Άδωνι Γεωργιάδη και του κ. Βασίλη Κικίλια και όλων των υπολοίπων, πρώην υπουργών και βουλευτών που τόλμησαν να κριτικάρουν την απόφαση να δοθούν αυξήσεις μόνο στους στρατιωτικούς. Και το θεωρώ δείγμα υγείας, διότι οι δύο υπουργοί και η πλειάδα που τους ακολουθεί κατανοεί τις ανάγκες και αυτών των ένστολων. Όλοι γνωρίζουμε ότι οι στρατιωτικοί μας είναι στις επάλξεις, αλλά για να πούμε και του στραβού το δίκιο δεν έχουμε κάθε μέρα πολεμική εμπλοκή, ούτε επεισόδια στα σύνορα. Τουναντίον έχουμε καθημερινή δράση σε ό,τι αφορά τους υπόλοιπους ένστολους.
Πρώτη ανάγκη
Το λιμενικό θαλασσοπνίγεται για να σώσει ζωές μεταναστών, να είναι εμπροσθοφυλακή στο πέλαγος, να μεταφέρει ασθενείς από τα νησιά προς την ενδοχώρα. Οι πυροσβέστες τρέχουν για όλα. Είτε είναι φωτιές, είτε είναι πλημμύρα, είτε φυσικές καταστροφές, μέχρι και για να ξεμπλοκάρουν εγκλωβισμένους σε ασανσέρ. Η δε αστυνομία είναι στους δρόμους (όσοι δεν λουφάρουν αποσπασμένοι σε πολιτικούς) προσπαθώντας να αντιμετωπίσει τα πάντα. Είτε μιλάμε για το καθημερινό έγκλημα, είτε για το οργανωμένο. Ας μην ξεχνάμε ότι ακόμη και για το γνήσιο της υπογραφής σε ένα κατάκοιτο άνθρωπο πρέπει να τρέξει ο αστυφύλακας στο σπίτι του.
Οπότε θεωρώ μέγιστη αδικία που εξαιρέθηκαν από τις αυξήσεις οι ένστολοι των Σωμάτων Ασφαλείας. Και θεωρώ πραγματικά εκτός τόπου και χρόνου τις διαρροές του Μαξίμου κατά των δύο υπουργών. Όπως επίσης και του «νέου τσάρου» της οικονομίας, Κυριάκου Πιερρακάκη, ο οποίος δήλωσε σε τηλεοπτική εκπομπή «κανείς δεν είναι περισσότερο ή λιγότερο ευαίσθητος». Όπως λέμε μπράβο στον κ. Πιερρακάκη για την απόφαση να αποσυρθεί το δημόσιο από αντίδικος σε όλες τις δίκες για τις αποζημιώσεις συγγενών για τις καταστροφές σε Μάνδρα και Μάτι, έτσι θα τον κατακρίνουμε και για την αβλεψία να εξαιρεθούν οι ένστολοι των Σωμάτων Ασφαλείας από τις αυξήσεις.
Σε αυτή την διαμάχη που έχει ξεσπάσει στους κόλπους του κυβερνώντος κόμματος τάσσομαι χωρίς δεύτερη κουβέντα στο πλευρό του Άδωνι Γεωργιάδη, του Βασίλη Κικίλια, του Θάνου Πλεύρη, του Νότη Μηταράκη, του Γιάννη Πλακιωτάκη, του Στέλιου Πέτσα, της Φωτεινής Αραμπατζή, του Δημήτρη Μαρκόπουλου, του Ανδρέα Κατσανιώτη, του Θόδωρου Καράογλου, του Τάσου Δημοσχάκη, του Φώντα Μπαραλιάκου, της Ζέττας Μακρή, του Θεόφιλου Λεονταρίδη, του Χρήστου Δερμεντζόπουλου και φυσικά του Δημήτρη Αβραμόπουλου.
Και βέβαια σε καμία των περιπτώσεων δεν θεωρώ σωστές τις δηλώσεις του κ. Πιερρακάκη ότι «παραβιάζονται ανοιχτές θύρες». Όπως και θεωρώ ότι πιο σκληρό να λες σε εργαζόμενους πως δεν υπάρχει δημοσιονομικός χώρος για τέτοιες παραχωρήσεις. Αν δεν υπάρχει ο υπουργός Οικονομικών οφείλει να τον βρει. Διαφορετικά ας κάνει άλλη δουλειά. Ας πάει να δουλέψει υπάλληλος σε ένα σούπερ μάρκετ και να ζήσει με τον μισθό αυτού του εργαζόμενου για να καταλάβει τι εστί βερίκοκο, που λέει και ο λαός μας. Αλήθεια έχει μπει στη θέση ενός εργαζόμενου, τώρα που έρχονται οι άγιες ημέρες του Πάσχα, να ζήσει το στρες και την αγωνία για το πώς θα καταφέρει η οικογένεια να περάσει λίγα 24ωρα ξενοιασιάς; Θα του άρεσε να ήταν αυτός υπάλληλος και να του κουνάει το χέρι ένας υπουργός;
Την ίδια ερώτηση θα έκανα και στον προκάτοχο του κ. Πιερρακάκη, τον νυν αντιπρόεδρο της κυβέρνησης κ. Χατζηδάκη. Οι αναγνώστες θυμούνται πολύ καλά ότι τον κ. Χατζηδάκη τον έχω χαρακτηρίσει ως έναν από τους πιο κυνικούς υπουργούς στην ιστορία. Προφανώς και ο κ. Πιερρακάκης ζήλεψε τη δόξα του κ. Χατζηδάκη. Όμως να γνωρίζει ο κ. Πιερρακάκης, ότι η δόξα είναι εφήμερη. Και στο τέλος της ημέρας οι πολίτες δεν ξεχνούν την κυνικότητα και τον τρόπο συμπεριφοράς.
Σε αυτήν την… ενδοκυβερνητική διαμάχη επαναλαμβάνω είμαι με τον Άδωνι Γεωργιάδη, τον Βασίλη Κικίλια, ότι και εάν γράφουν τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ που υμνούν και δοξολογούν το Μαξίμου, περί κίτρινης κάρτας από τον πρωθυπουργό. Πολύ σωστά πράττουν και αναδεικνύουν την αστοχία της κυβέρνησης. Επίσης θέλω να προτείνω στον κ. Γεωργιάδη να ξεκινήσει δημόσια αγώνα, ώστε να υπάρξουν αυξήσεις και στους γιατρούς και στους νοσηλευτές και στους λοιπούς εργαζόμενους των νοσοκομείων. Γνωρίζει τις ανάγκες και της δημόσιας υγείας και των εργαζόμενων. Επίσης ξέρει ότι δεν μετρούν οι κίτρινες και οι κόκκινες κάρτες των πρωθυπουργών, ή των αρχηγών των κομμάτων. Το κυριότερο για έναν πολιτικό είναι να μην σου δείχνει κίτρινη ή κόκκινη κάρτα ο λαός.
ΥΓ: Τα όσα έγραψε ο κ. Μητσοτάκης στην εβδομαδιαία ανάρτηση του στο facebook, ότι «οι αυξήσεις που δώσαμε στους δημόσιους υπαλλήλους είναι σα να τους δώσαμε τον 13ο μισθό», μου θύμισαν τους Ισπανούς και Πορτογάλους κονκισταδόρες (κατακτητές), που αντάλλασσαν καθρεφτάκια και ψεύτικες χάντρες με χρυσάφι, όταν έφτασαν στη Νότια Αμερική. Οι αυξήσεις κύριε πρωθυπουργέ θα είχαν αξία εάν είχατε κάνει κάτι για την ακρίβεια.