Του Δημήτρη Περπατάρη
Στο Α’ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας συζητήθηκε τη Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 2024 να συζητηθεί εάν μπορεί ή όχι να χορηγούνται δυο συντάξεις στον ίδιο πρώην εργαζόμενο (συνταξιούχο).Αναλυτικότερα, συζητήθηκαν στο ΣτΕ τρεις (3) αιτήσεις ακύρωσης.
Στις υποθέσεις αυτές προσβάλλεται έγγραφο του Υφυπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Παναγιώτη Τσακλόγλου, στο οποίο προβλέπεται ότι η διάταξη του νόμου (άρθρο 7 παρ. 5 του ν. 4387/2016) σύμφωνα με την οποία ο δικαιούχος περισσοτέρων συντάξεων λαμβάνει μόνο μία εθνική σύνταξη, ισχύει ακόμη και στην περίπτωση που κάποιος δικαιούται σύνταξη λόγω θανάτου (χηρείας) και σύνταξη για διαφορετική αιτία (λόγω γήρατος ή αναπηρίας).
Να σημειωθεί, ότι μέχρι τώρα στους συνταξιούχους χηρείας, οι οποίοι δικαιούνταν ταυτόχρονα και σύνταξη για διαφορετική αιτία, χορηγούνταν διπλή εθνική σύνταξη. Το ΣτΕ θα αποφανθεί αν το προσβαλλόμενο έγγραφο αποτελεί εγκύκλιο προς τον e-ΕΦΚΑ για την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου ή αν πρόκειται για μία απόφαση που θέτει νέους κανόνες, η οποία, εφόσον δεν δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ, δεν ισχύει και πρέπει να ακυρωθεί.
Η απαγόρευση
Επισημαίνουμε ότι σήμερα η απαγόρευση της δεύτερης σύνταξης:
α) δεν έχει αναδρομική ισχύ (επομένως, η μη χορήγηση της δεύτερης εθνικής σύνταξης εφαρμόζεται στις συντάξεις χηρείας που απονέμονται μετά την 1.1.2022,
β) οι ήδη καταβαλλόμενες στους συνταξιούχους λόγω θανάτου διπλές εθνικές συντάξεις θα συνεχίζουν να καταβάλλονται ως προσωπική διαφορά και
γ) τα επιπλέον ποσά εθνικών συντάξεων που καταβλήθηκαν δεν αναζητούνται.
ΥΠΕΝΘΥΜΙΖΟΥΜΕ ΜΕ ΤΑ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ ΙΣΧΥΟΝΤΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ της Εγκυκλίου Τσακλόγλου με την οποία η ασφαλιστική νομοθεσία είχε προσαρμοστεί σε σχετική παρέμβαση του Συνηγόρου του Πολίτη, αλλά και στις σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, που εκδόθηκαν μετά από προσφυγές συνταξιούχων, προβλέπει τα ακόλουθα:
Αν ο ασφαλισμένος λαμβάνει σύνταξη γήρατος ή αναπηρίας από άλλο ασφαλιστικό φορέα κύριας ασφάλισης (πλην Ο.Γ.Α.) ή το Δημόσιο, εκτός των αναπήρων και θυμάτων πολέμων και μητέρων, που συνταξιοδοτήθηκαν με το άρθρο 63 παρ. 4 του ν. 1892/1990, δικαιούται από το Ι.Κ.Α. πλήρη σύνταξη γήρατος εφόσον κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης έχει συμπληρώσει το όριο ηλικίας, που απαιτείται σε κάθε περίπτωση από τη νομοθεσία για την απονομή πλήρους σύνταξης και πάντως όχι κάτω του 60ου έτους για τους άνδρες και του 55ου για τις γυναίκες και έχει πραγματοποιήσει τις απαιτούμενες σε κάθε περίπτωση ελάχιστες ημέρες εργασίας, οι οποίες δεν μπορεί να είναι λιγότερες από 5.100.
• Για τους ασφαλισμένους που μέχρι 31-12-91 έχουν συμπληρώσει το 63ο έτος της ηλικίας τους οι άνδρες και το 58ο οι γυναίκες απαιτούνται, οι κατά περίπτωση αναφερόμενες στην παρ. 1 εδ. αλ ημέρες εργασίας, οι οποίες από 1-1-1994 ανέρχονται σε 5.100. Αν ο ασφαλισμένος έχει πραγματοποιήσει 4.500 ημέρες εργασίας τουλάχιστον και έχει συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας του ο άνδρας και το 60ο έτος η γυναίκα δικαιούται σύνταξη γήρατος μειωμένη κατά 50%. Οι διατάξεις της νομοθεσίας, που προβλέπουν την απονομή μειωμένης σύνταξης γήρατος δεν εφαρμόζονται για την απονομή δεύτερης σύνταξης.»
• Οι τυφλοί εξ αμφοτέρων των οφθαλμών ασφαλισμένοι εις ασφαλιστικούς οργανισμούς αρμοδιότητος του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών, δικαιούνται συντάξεως λόγω γήρατος ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας, εφόσον συμπλήρωσαν χρόνο ασφάλισης δεκαπέντε (15) ετών, ή προκειμένης ασφάλισης υπολογιζομένης κατά την νομοθεσία του οικείου φορέως εις ημέρας, 4.050 ημέρας ασφαλίσεως».
Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να πληρούνται οι προϋποθέσεις θεμελίωσης του δεύτερου συνταξιοδοτικού δικαιώματος. Ειδικώς ως προς το χρόνο ασφάλισης που απαιτείται για τη θεμελίωση του προαναφερθέντος δικαιώματος, σημειώνεται ότι αυτός δεν πρέπει να έχει αξιοποιηθεί για τη χορήγηση ή την επαύξηση της ήδη καταβαλλόμενης σύνταξης.
Ο Δημήτρης Περπατάρης είναι Δικηγόρος στον Άρειο Πάγο-Εργατολόγος