Του Μιχάλη Κωτσάκου
Τις τελευταίες ημέρες βλέπουμε την μία μετά την άλλη δημοσκόπηση να αναδεικνύουν το υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα των πολιτών που είναι η ακρίβεια, το υψηλό κόστος της ενέργειας και φυσικά η στέγαση, καθώς τα ενοίκια είναι δυσθεώρητα για ένα νοικοκυριό με εισοδήματα λίγο πάνω από 1.000 ευρώ μηνιαίως.
Μάλιστα το κόστος ζωής πλέον το αναγνωρίζει και η κυβέρνηση με βάση και τα όσα είπε και ο πρωθυπουργός στο τελευταίο Υπουργικό Συμβούλιο την περασμένη Τρίτη. Το ζητούμενο βέβαια για τους πολίτες δεν είναι οι διαπιστώσεις. Αυτές έχουν δικαίωμα να τις κάνουν οι οικονομικές αναλυτές και οι δημοσιογράφοι. Η δουλειά των πολιτικών και ειδικά των κυβερνώντων δεν είναι να διαπιστώνουν, αλλά να δίνουν λύσεις. Ειδικά όταν στην δημοσκόπηση της GPO, όπου οι το 89,10% των ερωτηθέντων δηλώσει ότι δεν βγάζει το μήνα και η καθημερινότητα έχει γίνει δυσβάστακτη.
Οι λύσεις που έχει επιλέξει η κυβέρνηση για να αναχαιτίσει τον πληθωρισμό είναι ερασιτεχνικές, την ίδια ώρα που η ακρίβεια καλπάζει ως καθαρόαιμο αραβικό άτι στους μεγαλύτερους ιπποδρόμους του πλανήτη. Καμία πρωτοβουλία δεν κατάφερε να ανακουφίσει τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς κι εδώ και τρία χρόνια οι πολίτες υποφέρουν. Και το άσχημο είναι ότι η κυβέρνηση αντιμετώπισε την ακρίβεια με επικοινωνιακούς όρους, φορτώνοντας τα πάντα στην ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και στις τιμές του φυσικού αερίου που εκτοξεύθηκαν δημιουργώντας προβλήματα σε όλη την Ευρώπη.
Νιώθουν φτωχοί
Την ώρα που ακούμε από τους κυβερνώντες να εκφράζουν την ικανοποίηση τους για τις υψηλές επιδόσεις της χώρας μας στα μακροοικονομικά στοιχεία, οι πολίτες σε ποσοστό 70% νιώθουν φτωχοί. Και μπορεί τα αντικειμενικά στοιχεία να μην επαληθεύουν αυτό το ποσοστό, όμως όταν μία κοινωνία νιώθει έτσι, τότε αυτό συνιστά ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα. Αυτή είναι η πραγματικότητα, όπως και α προσπαθούν να την αποκρούσουν τα κυβερνητικά στελέχη.
«Παρά το γεγονός ότι οι μισθοί έχουν αυξηθεί και έχουμε ρεκόρ στη μείωση ανεργίας, πολλοί συμπολίτες μας ακόμα αντιμετωπίζουν προβλήματα, κυρίως λόγω του συσσωρευμένα αυξημένου κόστους ζωής», σημείωσε ο κ. Μητσοτάκης στο τελευταίο Υπουργικό Συμβούλιο, ζητώντας από τους υπουργούς του να έχουν απόλυτη συναίσθηση αυτής της πραγματικότητας. Όλοι αναγνωρίζουν ότι τα νοικοκυριά πιέζονται από την ακρίβεια και το ύψος των ενοικίων και δεν στέκονται στα μεγέθη της ανάπτυξης και την γενικότερη πορεία της οικονομίας αν αυτό δεν έχει αντίκτυπο στην καθημερινότητα τους.
Από την κυβέρνηση ισχυρίζονται ότι είναι μονόδρομος για την αντιμετώπιση της ακρίβειας η τόνωση των εισοδημάτων και της αγοραστικής δύναμης. Και ισχυρίζονται ότι ο προϋπολογισμός του 2025 περιλαμβάνει μείωση των βαρών για νοικοκυριά και επιχειρήσεις και αύξηση των αποδοχών, όμως, θα χρειαστεί χρόνος για να ισοσκελιστούν οι απώλειες που υπέστησαν από τον πληθωρισμό και να επέλθει ισορροπία. Πως όμως θα επέλθει η ισορροπία, όταν για παράδειγμα δίνει αύξηση 2,5% στους συνταξιούχους και τα βασικά αγαθά έχουν αυξηθεί πάνω από 20%; Αυτό είναι ένα ερώτημα στο οποίο δεν λαμβάνουμε καμία πειστική απάντηση.
Τα επιδόματα δεν αρκούν
Διότι την ίδια ώρα όσες μειώσεις σε φόρους και εάν έχουμε δει τα τελευταία χρόνια δεν ισοσκελίζουν το αυξημένο κόστος ζωής. Η αντιπολίτευση από την άλλη ισχυρίζεται ότι η κυβέρνηση εργαλειοποιεί την ακρίβεια. Μάλιστα ο εκπρόσωπος Τύπου του ΠΑΣΟΚ, Κώστας Τσουκαλάς, σε πρόσφατη συνέντευξη του τόνισε ότι «η κυβέρνηση έχει βολευτεί στην ακρίβεια και τη χρησιμοποιεί ως εργαλείο άσκησης πολιτικής που αφενός οδηγεί στην κρατική κερδοσκοπία αφετέρου κάποιοι συγκεκριμένοι όμιλοι και κάποια καρτέλ να μπορούν να κερδοσκοπούν και να μην έχουμε πραγματικό ανταγωνισμό στην ελληνική οικονομία αλλά ασυδοσία». Ο κ. Τσουκαλάς επί της ουσίας τονίζει ότι όλο αυτό το σκηνικό βολεύει για να υπάρχουν χρήματα, ώστε να δίνονται επιδόματα σαν αυτά των εορτών.
Όμως τα επιδόματα ένας χαμηλοσυνταξιούχος δεν μπορεί να ζήσει αξιοπρεπώς. Απλά στις γιορτινές ημέρες θα μπορέσει να στρώσει το τραπέζι των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς. Και αυτό δεν θα είναι πλουσιοπάροχο, απλά ικανοποιητικό.
Πλέον θα πρέπει οι «εγκέφαλοι» να σκεφθούν τρόπους για πραγματική ανακούφιση και όχι πλασματική. Διότι όπως έχουμε πει πολλάκις η τσέπη είναι αυτή που ανεβάζει και κατεβάζει κυβερνήσεις σε όλο τον πλανήτη. Τρανό παράδειγμα το τι συνέβη στις ΗΠΑ. Η νίκη του Τραμπ οφείλεται κυρίως στην πίεση των μεσαίων και χαμηλών εισοδημάτων από τον πληθωρισμό και την ακρίβεια, η οποία σε καμία περίπτωση δεν είναι στα όρια της χώρας μας. Ούτε και η αναλογία με τους μισθούς. Και να φανταστείτε ότι μακροοικονομικά οι ΗΠΑ βρίσκονται ίσως στο καλύτερο σημείο της εικοσαετίας και θυμίζουν τις χρυσές οικονομικά εποχής της προεδρίας Κλίντον. Αυτά τα υπέροχα μακροοικονομικά δεν τα νιώθει οι πολίτης στο πορτοφόλι του και στην καθημερινότητα του. Κι έτσι προτίμησε τον Τραμπ που υποσχέθηκε ότι θα καταπολεμήσει την ακρίβεια.
Κάτι ανάλογο ισχύει και για τη χώρα μας. Τα μακροοικονομικά πάνε καλά, όμως η καθημερινότητα είναι μία τραγωδία. Και όταν θα κληθούν οι πολίτες να ψηφίσουν το 2027 εάν τα μακροοικονομικά δεν έχουν καλυτερεύσει τη ζωή τους, τότε η πιθανότητα επανεκλογής της κυβέρνηση θα μειωθεί. Διότι όπως είπαμε και πιο πάνω η επικοινωνία- όσο καλή και εάν είναι- δεν γεμίζει τσέπες, ούτε πληρώνει λογαριασμούς και ενοίκια.
Και όσο τα διάφορα παπαγαλάκια στα φιλικά προς την κυβέρνηση ΜΜΕ φωνάζουν ότι υπάρχουν λεφτά δίνοντας έμφαση στις εξόδους των πολιτών σε εορταστικά τριήμερα, τόσο θα εκνευρίζει τον απλό κόσμο. Και ο θυμωμένος πολίτης ποτέ δεν ξέρεις πως θα αντιδράσει.