Η υπέρταση, γνωστή και ως υψηλή αρτηριακή πίεση, αποτελεί μία από τις πιο διαδεδομένες και ύπουλες απειλές για τη δημόσια υγεία. Συχνά αποκαλείται «ο σιωπηλός δολοφόνος», ένας χαρακτηρισμός που δεν είναι καθόλου υπερβολικός.
Ο Καθηγητής Καρδιολογίας Κωνσταντίνος Τσιούφης, Διευθυντής της Α΄ Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής Κλινικής στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο και Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Υπέρτασης, μιλώντας στην ιστοσελίδα «Newsbeast» εξήγησε τι είναι η υπέρταση, πόσο απειλητική μπορεί να γίνει και ποιοι είναι οι αποτελεσματικότεροι τρόποι πρόληψης και αντιμετώπισής της.
«Η υπέρταση χαρακτηρίζεται ως “ο σιωπηλός δολοφόνος” για δύο βασικούς λόγους», τόνισε ο κ. Τσιούφης. «Πρώτον, γιατί η συντριπτική πλειοψηφία των υπερτασικών ασθενών, αν και έχουν αυξημένη αρτηριακή πίεση, δεν εμφανίζουν συμπτώματα. Δεύτερον, διότι αυτή η έλλειψη συμπτωμάτων δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει αυξημένος κίνδυνος για ακαριαία επεισόδια όπως εγκεφαλικά, εμφράγματα ή νεφρική ανεπάρκεια».
Ο καθηγητής εξήγησε ότι μόνο ένα μικρό ποσοστό υπερτασικών (περίπου 10 με 15%) αναφέρουν ενοχλήσεις όπως κεφαλαλγίες, ή κακουχία. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα πολλοί ασθενείς να ζουν με υψηλή πίεση χωρίς να το γνωρίζουν, μέχρι να εμφανιστεί κάποιο σοβαρό καρδιαγγειακό συμβάν.
Σύμφωνα με τον κ. Τσιούφη, στην Ελλάδα περίπου ένας στους τρεις ενήλικες είναι υπερτασικός. Το ποσοστό αυτό αυξάνεται κατακόρυφα με την ηλικία: «Στις ηλικίες άνω των 70 ετών, το ποσοστό αγγίζει το 80%, ενώ μετά τα 80, πρακτικά σχεδόν κανείς δεν είναι χωρίς υπέρταση». Η πίεση, λοιπόν, αφορά όλες τις ηλικίες και γι’ αυτό, όπως λέει, πρέπει να μετριέται σε όλες τις φάσεις της ζωής.
Οι φυσιολογικές τιμές αρτηριακής πίεσης καθορίζονται με βάση επαναλαμβανόμενες μετρήσεις. «Σύμφωνα με τις διεθνείς οδηγίες, μιλάμε για υπέρταση όταν οι τιμές της πίεσης στο ιατρείο υπερβαίνουν τα 140 mmHg για τη συστολική και τα 90 mmHg για τη διαστολική πίεση», διευκρινίζει. Ωστόσο, για να επιβεβαιωθεί η διάγνωση, απαιτούνται μετρήσεις και εκτός ιατρείου (στο σπίτι ή μέσω 24ωρης καταγραφής) όπου οι τιμές στόχοι είναι χαμηλότερες: 130/80 mmHg.
Οι τρεις πυλώνες της θεραπείας
Η αντιμετώπιση της υπέρτασης στηρίζεται σε τρεις κύριους πυλώνες:
• Τροποποίηση του τρόπου ζωής και διατροφής
• Φαρμακευτική αγωγή
• Επεμβατική θεραπεία
