Του Γεώργιου Χ. Αγραπίδη
Ο Ν 4387/2016, γνωστός και ως «νόμος Κατρούγκαλου», έφερε σημαντικές αλλαγές στο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ελλάδας. Ωστόσο, μια από τις πιο αμφιλεγόμενες πτυχές του αφορά την άνιση αντιμετώπιση μεταξύ των συνταξιούχων λόγω γήρατος που εργάζονται και των συνταξιούχων λόγω θανάτου που επίσης εργάζονται.
Εδώ και έναν χρόνο, μάλιστα, σύμφωνα με το Ν 5078/2023, οι συνταξιούχοι γήρατος που συνεχίζουν να εργάζονται δεν υφίστανται πια ουδεμία μείωση της σύνταξής. Αντίθετα, οι συνταξιούχοι λόγω θανάτου που εργάζονται, αντιμετωπίζουν ακόμα αυστηρούς περιορισμούς: μετά την τριετία από τη λήψη της σύνταξης, το ποσό της μειώνεται δραματικά.
Αυτή η διαφοροποίηση έχει εγείρει σοβαρά ζητήματα δικαιοσύνης και ισότητας. Οι συνταξιούχοι λόγω θανάτου, οι οποίοι συχνά ανήκουν σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, όπως χήρες και χήροι με ανήλικα παιδιά ή άτομα που εξαρτώνται από τη σύνταξη του θανόντος για την κάλυψη βασικών αναγκών, πλήττονται δυσανάλογα από τα περιοριστικά μέτρα.
Η διαφοροποίηση αυτή δεν στηρίζεται σε κάποια προφανή λογική, καθώς και οι δύο κατηγορίες συνταξιούχων συμμετέχουν στην αγορά εργασίας για να συμπληρώσουν το εισόδημά τους και να διατηρήσουν μια αξιοπρεπή ποιότητα ζωής. Επιπλέον, το σύστημα φαίνεται να αγνοεί τις διαφορετικές ανάγκες που έχουν οι συνταξιούχοι λόγω θανάτου, οι οποίοι συχνά είναι αντιμέτωποι με δυσανάλογα βάρη, όπως η ανατροφή παιδιών ή η κάλυψη ιατρικών εξόδων.
Επανεξέταση
Η πολιτεία καλείται να επανεξετάσει το ισχύον πλαίσιο, λαμβάνοντας υπόψη τις πραγματικές ανάγκες των συνταξιούχων. Ενδεχόμενες λύσεις περιλαμβάνουν την εναρμόνιση των κανόνων για όλους τους εργαζόμενους συνταξιούχους, ανεξαρτήτως της κατηγορίας τους, και την εφαρμογή πιο δίκαιων κριτηρίων που θα εξασφαλίζουν ότι οι συνταξιούχοι μπορούν να εργάζονται χωρίς να αντιμετωπίζουν υπέρμετρες μειώσεις στη σύνταξή τους.
Το ζήτημα δεν είναι απλώς τεχνικό ή οικονομικό, αλλά βαθιά κοινωνικό. Η άνιση μεταχείριση υπονομεύει την εμπιστοσύνη των πολιτών στο συνταξιοδοτικό σύστημα και καλλιεργεί αίσθημα αδικίας. Η συζήτηση για τις αλλαγές που απαιτούνται πρέπει να ανοίξει άμεσα, με γνώμονα όχι μόνο τη δημοσιονομική βιωσιμότητα, αλλά και την κοινωνική δικαιοσύνη.
Ο Γεώργιος Χ. Αγραπίδης είναι Δικηγόρος-Εργατολόγος