25.9 C
Athens
Κυριακή, 8 Σεπτεμβρίου, 2024
ΑρχικήΤΟΠΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΚΕΝΤΡΙΚΗΚάτω τα χέρια από τις συντάξεις χηρείας!
spot_img

Κάτω τα χέρια από τις συντάξεις χηρείας!

-

● Να σταματήσει ο κοινωνικός δαρβινισμός στις συντάξεις λόγω θανάτου!
● Να αποδίδεται η σύνταξη στη χήρα/χήρο στο 100% εφ’ όρου ζωής!
* Να χορηγείται εθνική σύνταξη για κάθε συνταξιοδοτικό δικαίωμα!
● Να σταματήσει η αναζήτηση αναδρομικών λόγω μη περικοπής από 70% σε 50% (ιδιωτικός τομέας)!
● Να σταματήσει η περικοπή όταν η χήρα εργάζεται, όπως συμβαίνει και με τους εργαζόμενους συνταξιούχους

Του Αλέξη. Π. Μητρόπουλου*

Ι. Η θεσμική επίθεση της κυβέρνησης Τσίπρα (κατ’απαίτηση των δανειστών)στις συντάξεις λόγω θανάτου (χηρείας). Τί προβλέπει ο ν. 4387/2016 (άρθρο 12)
Η κυβέρνηση Τσίπρα με το άρθρο 12 του ν. 4387/2016 (ΦΕΚ Α 85) τροποποίησε κατά άδικο και ανάλγητο τρόπο το θεσμικό πλαίσιο των συντάξεων λόγω θανάτου αφού:
α) θέσπισε ως θεμελιωτικό ηλικιακό όριο το 55ο έτος, στερώντας εφεξής από χιλιάδες δικαιούχους το σχετικό δικαίωμα,
β) χορήγησε για τρία (3) μόνο έτη συντάξεις χηρείας σε όσες/όσους είναι μεταξύ του 52ου και του 55ου έτους ηλικίας, με επαναβίωση του δικαιώματος στο 67ο έτος (επαναχορήγηση σύνταξης λόγω θανάτου),
γ) χορήγησε για τρία (3) χρόνια για όσους/όσες κατά τον θάνατο του/της συζύγου είναι κάτω των 52 ετών. Στην περίπτωση αυτή λαμβάνουν τη σύνταξη για μία τριετία χωρίς δικαίωμα επαναβίωσης εφ’ όρου ζωής.
δ) μείωσε το ποσοστό σύνταξης λόγω θανάτου από 70% σε 50% (μείωση 28,5% στους νέους δικαιούχους),
ε) μείωσε από 30% στο 25% (επιπλέον μείωση 16,6%) τη σύνταξη λόγω θανάτου σε όσες/όσους δικαιούχους εργάζονται ή λαμβάνουν σύνταξη από ίδιο ή άλλο δικαίωμα και
στ) θέσπισε μία μόνο εθνική σύνταξη για όσες/όσους λαμβάνουν περισσότερες από μία συντάξεις.
Οι ακραία αντικοινωνικές αυτές παρεμβάσεις της κυβέρνησης Τσίπρα (ν. 4336/2015) και του ασφαλιστικού νόμου Τσίπρα-Κατρούγκαλου (ν. 4387/2016) προδιέθεταν τότε την κοινή γνώμη και χιλιάδες δικαιούχους για ολοσχερή κατάργηση ΟΛΩΝ των συντάξεων λόγω θανάτου στο προσεχές μέλλον. Αυτή άλλωστε ήταν και επίμονη απαίτηση των δανειστών τής χώρας, κυρίως των εκπροσώπων τού ΔΝΤ!
ΙΙ. Οι βελτιωτικές παρεμβάσεις του ν. 4611/2019
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19του ν. 4611/2019(ΦΕΚ Α 73) «Ρύθμιση οφειλών προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης…» και την ερμηνευτική εγκύκλιο του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων με αριθ. πρωτ. Φ.80000/28443/892/18-7-2019, επήλθαν σημαντικές βελτιωτικές μεταβολές στις διατάξεις του άρθρου 12του ν.4387/2016ως προς τον καθορισμό των όρων και των προϋποθέσεων για τη χορήγηση σύνταξης θανάτου, οι σημαντικότερες των οποίων είναι:
α) Η άρση των ηλικιακών περιορισμών για τη χορήγηση σύνταξης λόγω θανάτου και μετά την πρώτη τριετία από την επέλευση του χρόνου θανάτου.
β) Η μείωση της χρονικής διάρκειας του εγγάμου βίου/συμφώνου συμβίωσης στα 3 έτη (από 5 έτη) από την τέλεση του γάμου/σύναψη συμφώνου συμβίωσης, προκειμένου να δικαιωθεί ο επιζών σύζυγος/μέρος συμφώνου συμβίωσης τη σύνταξη λόγω θανάτου και
γ) Η αύξηση του ποσοστού της χορηγούμενης σύνταξης στον επιζώντα σύζυγο/μέρος συμφώνου συμβίωσης.
Ειδικότερα, με τις διατάξεις του άρθρου 19 του ν. 4611/2019, που περιελάμβαναν και δικαιούχους σύνταξης λόγω θανάτου που έχει επέλθει από 13-5-2016 και στους οποίους έχει απονεμηθεί ή εκκρεμούσε σύνταξη θανάτου:
1. Καταργήθηκε το όριο ηλικίας που απαιτούσε το άρθρο 12του ν.4387/2016προκειμένου ο επιζών/μέρος συμφώνου συμβίωσης να συνεχίσει να λαμβάνει τη σύνταξη θανάτου και μετά την πρώτη τριετία. Επομένως, από 17-5-2019 (ημερομηνία έναρξης ισχύος του άρθρου 19) ο επιζών σύζυγος/μέρος συμφώνου συμβίωσης συνέχιζε να λαμβάνει τη σύνταξη λόγω θανάτου ανεξάρτητα από την ηλικία του.
2. Επανακαθορίστηκε από 17-5-2019 το δικαιούμενο ποσοστό σύνταξης λόγω θανάτου για τον επιζώντα σύζυγο/μέρος συμφώνου συμβίωσης στο 70% της σύνταξης που εδικαιούτο ο θανών ασφαλισμένος ή ελάμβανε ο θανών συνταξιούχος.
Αναλυτικά, ο υπολογισμός τού ποσού σύνταξης στον επιζώντα σύζυγο/μέρος συμφώνου συμβίωσης είχε ως εξής:
• Εάν υπήρχε μόνο επιζών ή μέρος που έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης το 70%. Εάν ο γάμος/σύμφωνο συμβίωσης είχε λάβει χώρα μετά την απονομή της σύνταξης γήρατος του θανόντος και η διαφορά ηλικίας μεταξύ του αποβιώσαντα και του συζύγου (αφαιρουμένου του διαστήματος του γάμου/συμφώνου συμβίωσης)ήταν μεγαλύτερη των 10 ετών, το ποσοστό για κάθε πλήρες έτος διαφοράς μειωνόταν (σύμφωνα με το εδάφιο α της παρ. 4Α του άρθρου 12του ν.4387/2016, όπως ισχύει).
• Εάν, εκτός από τον επιζώντα, υπήρχε και διαζευγμένος (με 10ετή γάμο), τότε το ποσοστό του διαζευγμένου οριζόταν στο 25% του ποσού που δικαιούταν ο επιζών σύζυγος, δηλαδή στο 17,5% του ποσού τής σύνταξης που δικαιούταν ο θανών ασφαλισμένος ή ελάμβανε ο θανών συνταξιούχος. (Τα ποσοστά που δικαιούνταν ο επιζών και ο διαζευγμένος σύζυγος ανακαθορίζονταν με βάση τα οριζόμενα στο εδάφιο β της παρ. 4Α του άρθρου 12του ν.4387/2016, όπως ισχύει).
• Εάν ο θανών κατέλειπε ένα τέκνο, αυτό λάμβανε το 25% του ποσού της σύνταξής του. Εάν το τέκνο ήταν αμφιτεροπλεύρως ορφανό και δεν δικαιούταν σύνταξη από τους δύο γονείς, τότε λάμβανε ποσοστό 50%. Προκειμένου περί αμφιτεροπλεύρως ορφανών τέκνων με βαριές αναπηρίες ασφαλισμένων των λοιπών (πλην Δημοσίου) φορέων ενταχθέντων στον ΕΦΚΑ, εφαρμόζονταν τα οριζόμενα στην παρ.5 του άρθρου 5 του ν.3232/2004 και στις υπ’ αριθ. πρωτ. Φ.11221/493/5/2018και Φ.80000/οικ.27156/854/2019διευκρινιστικές εγκυκλίους του ΥΠΕΚΥ.
• Εάν ο θανών κατέλειπε περισσότερα από ένα τέκνα, τότε:
α) Εάν υπήρχε επιζών σύζυγος ή/και διαζευγμένος, στα τέκνα επιμεριζόταν ισόποσα το ποσοστό σύνταξης που απομένει μετά την αφαίρεση από το 100% της σύνταξης του θανόντος του ποσοστού 70% που δικαιούταν ο επιζών ή/και ο διαζευγμένος (δηλαδή στα τέκνα επιμερίζεται το 30%).
β) Εάν δεν υπήρχαν άλλα δικαιοδόχα πρόσωπα εκτός των τέκνων, τότε έκαστο πρόσωπο λάμβανε το 25% του ποσού της σύνταξης, αρκεί το άθροισμα των ποσοστών τους να μην υπερέβαινε το ποσό της σύνταξης του θανόντος, οπότε και τα ποσοστά αυτά έπρεπε να επανακαθοριστούν αναλογικά (κατά τα οριζόμενα στην παρ. 4Β του άρθρου 12του ν.4387/2016, όπως ισχύει).
Είναι αυτονόητο ότι σε όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 1 του ν.4499/2017 (ΦΕΚ Α 176)περί κατωτάτων ορίων.
ΙΙΙ. Οι συντάξεις χηρείας από 1-1-2024. Τα ποσά σήμερα. Περικοπή σύνταξης κατά 65% μετά τη συμπλήρωση τριετίας!
Αναφορικά με τις συντάξεις λόγω θανάτου που δικαιούται ο επιζών ή διαζευγμένος σύζυγος, αρχικά ο νόμος Κατρούγκαλου 4387/2016 όριζε στο άρθρο 12 (παρ. 4 περ. Βα), όπως ήδη αναφέραμε, ότι το συνολικό ποσό της σύνταξης λόγω θανάτου τού επιζώντος ή και του διαζευγμένου συζύγου δεν μπορεί να υπολείπεται («κατώτατο όριο») του ποσού της εθνικής σύνταξης που αντιστοιχεί σε 20 έτη ασφάλισης.
Ακολούθησε ο «βελτιωτικός» ν. 4611/2019, όπως προαναφέραμε, στο άρθρο 19 του οποίου ορίστηκε ότι οι συντάξεις λόγω θανάτου μειώνονται μετά την παρέλευση τριετίας από τη λήψη τής σύνταξης στο 50% (από 70% που ίσχυε), αν η χήρα ή ο χήρος εργάζεται ή συνταξιοδοτείται! Στην ουσία, μετά τα τρία χρόνια ο χήρος/η χήρα λαμβάνει μόνο το 35% της σύνταξης του αποβιώσαντος (το 25% στο Δημόσιο).Αν ο χρόνος ασφάλισης του θανόντος ήταν μικρότερος των 20 ετών, το ως άνω ποσό βαίνει μειούμενο κατά 1,25% για κάθε έτος ασφάλισης που υπολείπεται μέχρι την 20ετία. Για χρόνο ασφάλισης μικρότερο των 15 ετών, το ποσό που δικαιούται ο επιζών ή και ο διαζευγμένος σύζυγος δεν μπορεί να υπολείπεται τού ποσού των 360 € μεικτά (τότε κατώτατο όριο).
Με τον ν. 5006/2022 (ΦΕΚ Α 239) έγινε αναπροσαρμογή του κατωτάτου ορίου σύνταξης λόγω θανάτου. Ειδικότερα το άρθρο 33 ορίζει: «Το συνολικό ποσό της σύνταξης λόγω θανάτου του επιζώντος ή/και του διαζευγμένου συζύγου, δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού της εθνικής σύνταξης του άρθρου 7 του παρόντος νόμου που αντιστοιχεί σε είκοσι (20) έτη ασφάλισης. Εάν ο χρόνος ασφάλισης του θανόντος είναι μικρότερος των είκοσι (20) ετών, το ως άνω ποσό βαίνει μειούμενο κατά 1,25% για κάθε έτος ασφάλισης που υπολείπεται των είκοσι (20) ετών και μέχρι τη συμπλήρωση δεκαπέντε (15) ετών ασφάλισης. Για χρόνο ασφάλισης μικρότερο των δεκαπέντε (15) ετών, το ποσό της σύνταξης λόγω θανάτου του επιζώντος ή/και του διαζευγμένου συζύγου δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού των τριακοσίων εξήντα (360) ευρώ. Το ποσό του κατώτατου ορίου του προηγούμενου εδαφίου αναπροσαρμόζεται με βάση την παρ. 4 του άρθρου 14. Τα ποσά των προηγούμενων εδαφίων επιμερίζονται μεταξύ επιζώντος και διαζευγμένου συζύγου, σύμφωνα με τα ποσοστά που προβλέπονται στην υποπερίπτωση β’ της περίπτωσης Α’ της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου.».
Με βάση την ανωτέρω διάταξη, λόγω της αναπροσαρμογής του κατώτατου ορίου της σύνταξης λόγω θανάτου με βάση το συντελεστή της παρ. 4 του άρθρου 14 του ν.4387/2016 και με βάση την αύξηση της εθνικής σύνταξης από 1-1-2024 ύψους 3%, ισχύει ότι:
Από 1-1-2024, με την αύξηση της εθνικής σύνταξης σε 426,17 € (μεικτά) για 20 έτη ασφάλισης και σε 383,55 € (μεικτά) για 15 έτη ασφάλισης, αναπροσαρμόστηκαν αναλογικά και οι συντάξεις χηρείας. Το συνολικό ποσό της σύνταξης λόγω θανάτου τού επιζώντος ή και του διαζευγμένου συζύγου δεν μπορεί να υπολείπεται («κατώτατο όριο») του ποσού της εθνικής σύνταξης που αντιστοιχεί σε 20 έτη ασφάλισης, δηλαδή 426,17 € (μεικτά). Η κατώτατη σύνταξη χηρείας με 15 ή λιγότερα χρόνια ασφάλισης αυξήθηκε σε 399,54 ευρώ (μεικτά).
Το κατώτατο όριο σύνταξης λόγω θανάτου για τα έτη 2022-2024 αποτυπώνεται στον παρακάτω πίνακα:
Κατώτατο όριο σύνταξης λόγω θανάτου
Έτη ασφάλισης
θανόντος Έως 31-12-2022 2023 2024
20 και άνω 384,00€ 413,76€ 426,17 €
19 έτη 376,32€ 405,48€ 417,64 €
18 έτη 368,64€ 397,20€ 409,12 €
17 έτη 364,03€ 392,23€ 404 €
16 έτη 359,48€ 387,33€ 399 €
Μέχρι 15 έτη 355€ 382,50€ 393,97 €

Σημειώνεται ότι και για συντάξεις που λαμβάνουν διαφορά κατώτατου ορίου, η αύξηση από 1-1-2024 υπολογίζεται κατ’ αρχήν στο πραγματικό ποσό της σύνταξης (εθνική και ανταποδοτική). Η νέα διαφορά κατώτατου ορίου από 1-1-2024 υπολογίζεται με βάση το ανωτέρω αυξημένο κατώτατο όριο.
Σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 12 του ν.4387/2016 «5.α) Στον επιζώντα σύζυγο καταβάλλεται ολόκληρη η σύνταξη για μία τριετία από την πρώτη του επομένου του θανάτου μήνα. β) Μετά την πάροδο της τριετίας, αν ο επιζών εργάζεται ή αυτοαπασχολείται ή λαμβάνει σύνταξη από οποιαδήποτε πηγή, καταβάλλεται, αναλόγως της χρονικής διάρκειας της εργασίας ή αυτοαπασχόλησης, το πενήντα τοις εκατό (50%) της σύνταξης, η οποία δεν μπορεί να υπολείπεται των κατώτατων ορίων των περιπτώσεων α΄, β΄ και γ΄ της υποπαραγράφου Β΄ της παραγράφου 4. γ) Εάν ο επιζών σύζυγος, κατά την ημερομηνία θανάτου, είναι ανάπηρος σωματικά ή πνευματικά σε ποσοστό 67% και άνω, λαμβάνει ολόκληρη τη σύνταξη, για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η αναπηρία του, ανεξαρτήτως άλλων προϋποθέσεων.».
Επομένως, και οι συντάξεις λόγω θανάτου, μετά την πρώτη τριετία καταβολής, καταλαμβάνονται από την αύξηση των συντάξεων, λαμβάνοντας υπόψη και την αύξηση του κατώτατου ορίου τής σύνταξης.
ΙV. Μια επιπλέον αδικία για τις συντάξεις χηρείας του Δημοσίου που χορηγήθηκαν προ του 2016. Περικοπή τής σύνταξης κατά 75% μετά την τριετία!
Για τους δημοσίους υπαλλήλους, λειτουργούς και στρατιωτικούς ίσχυε παλαιότερα μία κατάφωρη αδικία.
Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 8 του άρθρου 58 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων (Π.Δ. 169/2007, ΦΕΚ Α 210) «Δεν καταβάλλεται από το Δημόσιο διπλή σύνταξη από μεταβίβαση λόγω θανάτου στον επιζώντα σύζυγο ή την σύζυγο όταν ο ένας από τους δύο λαμβάνει σύνταξη από δικό του συνταξιοδοτικό δικαίωμα βάσει της συντάξιμης υπηρεσίας του στο Δημόσιο».
Η αδικία αυτή θεραπεύτηκε μερικώς, ύστερα από πολύχρονες πιέσεις, με την έκδοση του ν. 3620/2007 (ΦΕΚ Α 276/11-12-2007). Σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 9 του ν. 3620/2007 παρασχέθηκε στη χήρα/στον χήρο σύζυγο που είναι συνταξιούχος του Δημοσίου (από δικό του/της δικαίωμα) στην περίπτωση θανάτου του/της συζύγου (επίσης συνταξιούχο του Δημοσίου) ποσοστό 25% της σύνταξης από τον αποβιώσαντα/την αποβιώσασα σύζυγο με δικαίωμα επιλογής της μεταβιβαζόμενης σύνταξης! Χαρακτηριστικά η διάταξη όριζε ότι: «Επίσης δύο συντάξεις καταβάλλονται στον επιζώντα σύζυγο που δικαιούται ή έχει δικαιωθεί, από το Δημόσιο, σύνταξη εξ ιδίου δικαιώματος και σύνταξη κατά μεταβίβαση λόγω θανάτου του/της συζύγου του, εφόσον στη σύνταξη αυτή δεν συντρέχουν συνδικαιούχα τέκνα. Στην περίπτωση αυτή η μία εκ των δύο συντάξεων, κατόπιν επιλογής της, καταβάλλεται μειωμένη κατά 75%».
Η απαράδεκτη αυτή διάταξη δυστυχώς διατηρήθηκε σε ισχύ και υπό το καθεστώς των νόμων 4387/2016, 4611/2019 και του νόμου Βρούτση 4670/2020.
Έτσι οι μισές και πλέον συντάξεις χηρείας (περίπου 200.000) επιζώντων συζύγων (δημοσίων υπαλλήλων, δημοσίων λειτουργών, στρατιωτικών) που συνταξιοδοτήθηκαν από το Δημόσιο λόγω θανάτου, λαμβάνουν ακόμη και σήμερα το 25% (περικοπή 75%) της σύνταξης του θανόντος/της θανούσης συζύγου!
Η ΕΝΥΠΕΚΚ με την από 28-12-2020 ανακοίνωση καλούσε την κυβέρνηση να καταργήσει την αντισυνταγματική διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 4 του ν. 3620/2007 και να χορηγήσει το 70% (αντί του 25%) της σύνταξης του θανόντος/της θανούσης συζύγου και μάλιστα ΑΝΑΔΡΟΜΙΚΑ από 17-5-2019, σύμφωνα με το άρθρο 19 του ν. 4611/2019.
V. Οι συντάξεις λόγω θανάτου σε αριθμούς
Εξάλλου, σύμφωνα με τη Μηνιαία Απεικόνιση Συνταξιοδοτικών Παροχών για τον Μάρτιο 2024 του Ενιαίου Συστήματος Ελέγχου και Πληρωμών Συντάξεων (ΕΣΕΠΣ) «ΗΛΙΟΣ» του Υπουργείου Εργασίας και της ΗΔΙΚΑ ΑΕ, οι συντάξεις θανάτου ανήλθαν σε 370.756 και μέσο εισόδημα ύψους 677,59 ευρώ, μετά τις κρατήσεις υπέρ υγείας (Πίνακας 1, σελίδα 4).

Όπως προκύπτει από τον Πίνακα 2 (σελίδα 5), από τους 370.756 συνταξιούχους λόγω θανάτου, οι 32.180 είναι άνδρες-χήροι (ποσοστό 8,7%)και οι 338.576 είναι γυναίκες-χήρες (ποσοστό 91,3%).
Σύμφωνα επίσης με τον Πίνακα 4 (σελίδα 7), οι κύριες συντάξεις λόγω θανάτου ανέρχονται σε 643.475 με μέση σύνταξη τα 596,99 ευρώ, οι επικουρικές λόγω θανάτου ανέρχονται σε 297.407 με μέση σύνταξη 129,21 ευρώ και τα μερίσματα λόγω θανάτου ανέρχονται σε 51.730 με μέσο ύψος 65,97 ευρώ.

spot_img
spot_img