• Ετοιμάζεται πανευρωπαϊκά εργασία μέχρι τα 70, λόγω υγιούς γήρανσης, αδιαφορώντας ότι η οικονομική κρίση μειώνει το ποιοτικό προσδόκιμο της ζωής
Του Μιχάλη Κωτσάκου
Όπως πολλάκις έχω γράψει ουκ ολίγες φορές εξακολουθώ και παραμένω φανατικός ευρωπαϊστής πάρα τις ντιρεκτίβες της Κομισιόν για ένα σωρό πράγματα. Εντολές που δυσκολεύουν τη ζωή μας, που απέχουν παρασάγγας τόσο από τις συνήθειες μας, όσο και από την πραγματικότητα των Ελλήνων.
Ανάλογα ζητήματα αντιμετωπίζουν και οι άλλες χώρες του νότου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δηλαδή η Ιταλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Γαλλία και η Μάλτα. Και το πρόβλημα είναι ότι οι γραφειοκράτες των Βρυξελλών ακόμη και εάν προέρχονται από χώρες του νότου, εν τούτοις θέλουν να επιβάλλουν τον τρόπο ζωής των βορείων και στους νότιους.
Πάμε, λοιπόν, στα νεώτερα, τα οποία δεν μπορείς να τα πεις και τα καλύτερα. Έτσι, λοιπόν, η Κομισιόν και η Επιτροπής Κοινωνικής Προστασίας, εν μέσω μίας μεγάλης οικονομικής κρίσης συνέταξαν μία έκθεση, η οποία προκαλεί τρόμο. Κι αυτό διότι η έκθεση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «για να μην μειωθούν οι συντάξεις θα πρέπει να ληφθούν μέτρα». Και μόνο αυτή η φράση προκαλεί τρόμο. Από την μία μιλούν για μείωση αποδοχών και από την άλλη για νέα μέτρα.
Και όπως είναι απόλυτα λογικό, οι δύο κρίσιμες λέξεις «μείωση, μέτρα» μας θυμίζουν τις «μαύρες» μνημονιακές ημέρες, όπου οι συνταξιούχοι είδαν δραστικές μειώσεις των αποδοχών τους στην πράξη, αλλά και μία σειρά μέτρων, τα οποία παραμένουν και τώρα που υποτίθεται βγήκαμε από τα μνημόνια. Μέτρα που θα συνεχίσουν να ταλαιπωρούν όχι μόνο τους εν ενεργεία συνταξιούχους, αλλά και αυτούς που βρίσκονται στο προαύλιο χώρο της συνταξιοδότησης.
Η Επιτροπή, λοιπόν, ζητά στην έκθεση της όπως προωθηθεί μεγαλύτερη διάρκεια του επαγγελματικού βίου, λόγω της υγιούς γήρανσης και μεγαλύτερης ευελιξίας σε ό,τι αφορά την συνταξιοδότηση. Η έκθεση επιμένει σε περαιτέρω μεταρρυθμίσεις προκειμένου να διασφαλιστούν δίκαιες συντάξεις για τους πάντες και να αποφευχθεί η αύξηση των κοινωνικοοικονομικών ανισοτήτων όσο μεγαλώνει κανείς, στο πλαίσιο της εν εξελίξει δημογραφικής αλλαγής.
Ωστόσο, όπως αναφέρεται και από το ρεπορτάζ των συναδέλφων, «η μακρύτερη παραμονή στην αγορά εργασίας δεν σημαίνει και μεγαλύτερη σύνταξη. Στο σημείο αυτό εντοπίζονται ανισότητες που αφορούν και τη χώρα μας. Ενδεικτικά θα πρέπει να αναφερθούν, ότι οι εισφορές του Γάλλου ασφαλισμένου για 40 χρόνια αντιστοιχούν σε συνάξεις 21 ετών, ενώ ο Έλληνας, δουλεύοντας 40 χρόνια, λαμβάνει συντάξεις 20 ετών. Την καλύτερη αντιστοιχία έχει το Λουξεμβούργο όπου ο εργαζόμενος μετά από 38 ετών εργασία, λαμβάνει συντάξεις 25 ετών».
Ανισότητα διαπιστώνεται επίσης και ως τα όρια της φτώχιας. Στην Ελλάδα το 21% των συνταξιούχων άνω των 65 ετών βρίσκεται στο όριο της φτώχιας έναντι του 20% κατά μέσο όρο στην ΕΕ.
Η ανισότητα των φύλλων
Ειδική μνεία κάνει η έκθεση για την ανισότητα στις συντάξεις μεταξύ ανδρών και γυναικών, η οποία σαφώς προέρχεται από την ανισότητα στους μισθούς στη διάρκεια του εργασιακού βίου. Οι αποδοχές των γυναικών στην ΕΕ υπολείπονται κατά 20% των εισοδημάτων των ανδρών.
Η έκθεση προτείνει μεταρρυθμίσεις που θα συμβάλλουν στην ενθάρρυνση της γυναικείας απασχόλησης με λήψη μέτρων για τη φροντίδα των παιδιών και των ηλικιωμένων και την εναρμόνιση της οικογενειακής και την επαγγελματική ζωή.
Η εξασφάλιση επαρκούς εισοδήματος για τα ηλικιωμένα άτομα – αναφέρει η έκθεση – συμβάλλει στην επίτευξη του στόχου της ΕΕ με ορίζοντα το 2030 να μειωθεί κατά τουλάχιστον 15 εκατομμύρια ο αριθμός των ατόμων που αντιμετωπίζουν φτώχεια και κοινωνικό αποκλεισμό.
Η Ε.Ε. στηρίζει τις εθνικές πολιτικές για την αντιμετώπιση της φτώχειας και των ανισοτήτων μεταξύ των φύλων και των φροντιστών, καθώς και για την πρόσβαση σε ποιοτική φροντίδα και την παροχή επαρκούς κοινωνικής προστασίας στους ηλικιωμένους. Η εφαρμογή της σύστασης του Συμβουλίου σχετικά με την πρόσβαση στην κοινωνική προστασία και της σύστασης του Συμβουλίου σχετικά με οικονομικά προσιτή και υψηλής ποιότητας μακροχρόνια φροντίδα είναι σημαντική για τη διατήρηση ενός αξιοπρεπούς βιοτικού επιπέδου για τους ηλικιωμένους Ευρωπαίους πολίτες.
Αύξηση ορίων ηλικίας
Και μετά την συμπάθεια των μελών της Επιτροπής για τις ανισότητες πάμε και στα… δύσκολα. Και δεν μιλάμε μόνο την συζήτηση της έκθεσης για την επάρκεια των συντάξεων, αλλά την έκθεση για την δημογραφική γήρανση, που συζητήθηκαν στην διάσκεψη για την μακροβιότητα προχθές Πέμπτη.
Αυτό που θα πρέπει να μας κάνει ανήσυχους όλους είναι ότι η πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Ένωσης υποδεικνύει αύξηση των ορίων ηλικίας για τη χώρα μας το 2030 στα 68.5 έτη από 67 σήμερα. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις κατευθύνσεις της Eurostat, η Ελλάδα που το τρέχον έτος 2024 έχει γενικό όριο ηλικίας συνταξιοδότησης τα 67 και τα 62 για πρόωρη συνταξιοδότηση, το 2030 θα πρέπει να το αυξήσει κατά ενάμισι έτος στα 68,5 και για την πρόωρη συνταξιοδότηση κατά ένα έτος και τρεις μήνες στα 63,5.
Οι δημογραφικές προβολές δείχνουν ότι το 2050 το γενικό όριο ηλικίας στη χώρα μας θα πρέπει να φτάσει στα 70,5 έτη και με πρόωρη σύνταξη στα 65,5 ενώ το 2070 τα όρια ηλικίας θα πρέπει να αγγίξουν τα 72.5 και με πρόωρη σύνταξη τα 67.5. Αυτό σημαίνει ότι οι σημερινοί νέοι που θα μπουν στην αγορά εργασίας θα χρειαστεί να παραμείνουν περισσότερα χρόνια μέχρι την έξοδο προς τη σύνταξη.
Μιλάμε για την πλήρη ανατροπή των δεδομένων που γνωρίζαμε έως σήμερα. Και αυτό διότι οι γραφειοκράτες των Βρυξελλών ασχολούνται με τα στατιστικά και όχι με την πραγματικότητα. Μιλούν για υγιή γήρανση λησμονώντας ότι η οικονομική κρίση που βιώνει όλη η Ευρώπη από την έκρηξη της πανδημίας και την ενεργειακή κρίση έχει αυξήσει το στρες που έχει καταλάβει όλο τον κόσμο. Διότι όταν ο άλλος αγωνιά για το εάν θα μπορέσει να βγάλει το μήνα λόγω της ακρίβειας αυτό έχει αντίκτυπο και στην υγεία του. Και με τι κουράγιο ένας άνθρωπος υπό τέτοιες συνθήκες θα μπορεί να εργάζεται ως τα 70; Σε αυτό το κρίσιμο ερώτημα δεν δίνεται καμία απολύτως απάντηση.
Τουναντίον επιβάλλουν επιπλέον περιοριστικά μέτρα στις δαπάνες του κάθε κράτους και το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να ανθίζουν οι αριθμοί και όχι οι άνθρωποι. Σε αντίθεση με την ιστορική φράση του Γεωργίου Παπανδρέου από την δεκαετία του ’60: «Όταν ευημερούν οι αριθμοί, δυστυχούν οι άνθρωποι».
Και η Ευρωπαϊκή Ένωση, λόγω έλλειψης πραγματικών ηγετών, ασχολείται μόνο με το πώς οι αριθμοί θα ευημερούν. Και φυσικά γυρίζει την πλάτη στο ποιοτικό προσδόκιμο της ζωής των Ευρωπαίων.