Τα κόμματα ήδη ξεκινούν προσπάθεια να πείσουν τους «Αναποφάσιστους» και να ψηφίσουν και να τα επιλέξουν
Όπως πολλάκις έχω αναφέρει στα σημειώματα σε αυτή τη γωνία της «60+», οι εκλογές (το πιθανότερο διπλές) του επόμενου διαστήματος είναι πλέον διαφορετικές μετά την 1η Μαρτίου και το τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών.
Άλλα δεδομένα υπήρχαν πριν την πρωτοφανή για τα ευρωπαϊκά δεδομένα σύγκρουση των δύο αμαξοστοιχιών με 57 νεκρούς και νέα έχουν δημιουργηθεί στην μετά Τέμπη εποχή. Πλέον ολοένα και περισσότεροι πολίτες με βάση τις μέχρι στιγμής δημοσκοπήσεις δείχνουν προβληματισμένοι για το τι θα ψηφίσουν, δημιουργώντας μία νέα «πολιτική δύναμη», αυτή των αναποφάσιστων. Με βάση τις δημοσκοπήσεις οι «Αναποφάσιστοι» είναι στην 3η θέση.
Φυσικά οι αναποφάσιστοι, όταν έρθει η ώρα των εκλογών λογικά θα κατανεμηθούν στα κόμματα που θα είναι υποψήφια. Εκτός και εάν αποφασίσουν να παραμείνουν αναποφάσιστοι και απόσχουν από την εκλογική διαδικασία. Κάτι που δεν το λες και καλό για το δημοκρατικό μας πολίτευμα. Και η αποχή είναι κατακριτέα. Είναι προτιμότερο να επιλέξεις να ψηφίσεις συνειδητά κυνηγούς, ή ψαράδες, ή κάποιο μικρό κόμμα, αλλά η αποχή δεν λέει τίποτα. Δεν δείχνει διαμαρτυρία, όπως ισχυρίζονται κάποιοι.
Μέχρι τις εκλογές έχουμε χρόνο όλοι μας να πείσουμε όσους απογοητευμένοι μας δηλώνουν ότι θα απέχουν. Εμείς επιθυμούμε την συμμετοχή, οπότε θα δώσουμε την δική μας μάχη για να περάσουμε αυτό το μήνυμα στους φίλους και γνωστούς.
Που θα στραφούν
Με βάση τις δημοσκοπήσεις και τις αναλύσεις των ειδικών η πλειοψηφία των αναποφάσιστων προέρχεται από τα δύο μεγάλα κόμματα. Δηλώνουν απογοητευμένοι και από την κυβέρνηση, αλλά και από την αντιπολίτευση. Και όλοι αυτοί απλά τώρα νιώθουν και οργή για τα Τέμπη. Όπως, λοιπόν, γίνεται αντιληπτό τα κομματικά επιτελεία έχουν πέσει με τα μούτρα σε αυτό το ποσοστό των ψηφοφόρων που δηλώνουν αναποφάσιστοι. Έτσι, λοιπόν, μέχρι τις εκλογές του Μαΐου υπάρχει αρκετό διάστημα για να πεισθούν οι αναποφάσιστοι από τα ένα ή το άλλο κόμμα. Όμως ήδη οι αναλυτές έχουν ήδη εκπονήσει τα πιθανά σενάρια, τα οποία θα τα δούμε.
Επιστροφή στη Ν.Δ: Για το κυβερνών κόμμα ύψιστη προτεραιότητα είναι η επανασυσπείρωση του χώρου της. Κι αυτό διότι ένα ποσοστό κοντά στο 3% είναι νέοι αναποφάσιστοι και εισήλθαν στην γκρίζα ζώνη μετά τα Τέμπη. Οπότε εκτιμάται ότι αυτοί προέρχονται από τη Ν.Δ και μάλιστα από το λεγόμενο κεντρώο χώρο. Στο πρωθυπουργικό επιτελείο θεωρούν ρεαλιστικό τον στόχο, εκτιμώντας ότι όσο διευρύνεται η πολιτική ατζέντα θα αναδιαμορφώνεται και η μπάρα των αναποφάσιστων. Στον απόηχο της τραγωδίας όμως δυσκολεύει το στοίχημα της Ν.Δ. να πείσει όχι μόνο τους εκτός των νεοδημοκρατικών τειχών, αλλά ακόμα και τον δικό της κόσμο ότι όχι μόνο αναγνωρίζει λάθη αλλά επιπλέον ότι έχει σχέδιο ώστε να μην επαναληφθούν.
Επωφελούνται ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ: Τους νέους αναποφάσιστους διεκδικούν και τα δύο μεγαλύτερα κόμματα της αντιπολίτευσης. Εδώ , όμως θα πρέπει να τονιστεί ότι λεγόμενοι κεντρώοι πολύ δύσκολα να κάνουν το… ταξίδι από τη Ν.Δ. στον ΣΥΡΙΖΑ, οπότε η στάση ΠΑΣΟΚ είναι πιο εύκολη. Όμως οι νέοι αναποφάσιστοι ίσως επιδράσουν και στο αποτέλεσμα του ΣΖΥΡΙΖΑ. Τι εννοούμε; Μετά τις εκλογές του 2019, ένα μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ, που προέρχονται από το ΠΑΣΟΚ-συνηθισμένοι στην κυβερνησιμότητα- είδαν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει μέλλον και απομακρύνθηκαν. Όμως από τη στιγμή που οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι τα δύο κόμματα δεν έχουν τεράστια διαφορά, ίσως ξανασκεφτούν την επιστροφή τους στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Όπως γίνεται αντιληπτό έχει δημιουργηθεί μία σημαντική δεξαμενή, που μπορούν να διεκδικήσουν. Εάν πείσουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης τους αναποφάσιστους, τότε στις εκλογές θα μιλάμε για κάτι διαφορετικό. Η διαφορά είναι το πώς προσεγγίζουν τα κόμματα τους αναποφάσιστους. Ο ΣΥΡΙΖΑ επιλέγει τη σκληρή γραμμή, έχοντας στραμμένο το βλέμμα σε αυτούς που τον ψήφισαν στις εκλογές του 2019. Τουναντίον το ΠΑΣΟΚ έχει εκκινήσει επιχείρηση αποδόμησης του προφίλ «προόδου» και «εκσυγχρονισμού» που καλλιεργεί ο Μητσοτάκης και η κυβέρνηση επενδύει πρωτίστως στο «έλλειμμα αξιοπιστίας» του ΣΥΡΙΖΑ, πατώντας στο γεγονός ότι ούτε τώρα ούτε σε προηγούμενες περιόδους κρίσης κατάφερε η Κουμουνδούρου να αποσπάσει κέρδη από τις κυβερνητικές απώλειες.
Επιμένουν σε αποχή, ή εξτρεμιστικά κόμματα: Το χειρότερο σενάριο είναι αυτοί οι αναποφάσιστοι να αποφασίσουν την Κυριακή των εκλογών να μείνουν στον καναπέ τους, ή να προσέλθουν στις κάλπες ψηφίζοντας εξτρεμιστικά κόμματα, τύπου Χρυσή Αυγή. Με δεδομένο ότι η αποχή είναι μια ορατή επιλογή για μερίδα των αναποφάσιστων και ενώ καταγράφεται τάση ενίσχυσης του «αντί», η κυβέρνηση αγωνιά μήπως δει το εύρος της χαλαρής ψήφου, ή της ψήφου διαμαρτυρίας με ενίσχυση των μικρότερων στην πρώτη κάλπη να εξαφανίζει την προοπτική αυτοδυναμίας στη δεύτερη. Επιπλέον τυχόν επίτευξη του 3% για είσοδο στη Βουλή και από άλλο κόμμα επίσης θα βγάλει από το κάδρο την αυτοδυναμία, ανεβάζοντας τον ήδη υψηλό πήχη.
Προλαβαίνουν να ηρεμήσουν
Πως μπορούν τα κόμματα να αποφύγουν τη ζημιά με την αποχή, ή την στροφή προς τον εξτρεμισμό; Μα πολύ απλά με το να επιστρέψουν στην πολιτική αντιπαράθεση με επιχειρήματα, προτάσεις και το κυριότερο κυβερνητικά προγράμματα. Διότι μόνο έτσι θα πεισθούν οι πολίτες για τα λεγόμενα συστημικά κόμματα. Σύμφωνα με τα όσα ανέφερε και ο ίδιος ο πρωθυπουργός στην εβδομαδιαία ανάρτηση του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης «οι πολίτες περιμένουν προτάσεις, λύσεις, έργα, όχι τοξικότητα και ανούσιους καυγάδες». Συμφωνούμε απόλυτα, αλλά προς ώρας και η κυβέρνηση μετέχει σε αυτό το παιχνίδι, το οποίο ο κ. Μητσοτάκης το απεχθάνεται.
Όμως την ίδια ώρα καλό είναι να εξηγήσει στους πολίτες το πώς θα ανασυγκροτήσει το δημόσιο. Διότι καλό είναι το αφήγημα, αλλά ακόμη καλύτερο να εξηγήσει και τον τρόπο, αλλά και τον χρονικό προσδιορισμό της ανασυγκρότησης. Δεν αρκεί μόνο ως σύνθημα, ή ακόμη και μία προσωπική δέσμευση. Η ανασυγκρότηση είναι εθνικό ζήτημα και καλό είναι να αντιμετωπιστεί έτσι. Διαφορετικά μάλλον θα δώσει μεγαλύτερη στροφή σε όλους τους συνομωσιολόγους.