• Η ευελιξία που προωθεί η κυβέρνηση αφορά και τις υπόλοιπες επιχειρήσεις, αλλά εκεί μπορεί πιο εύκολα να ελεγχθεί η καταχρηστικότητα στην άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος
Του Κώστα Τσουκαλά*
Από την 1η Ιουλίου εφαρμόζεται στην αγορά εργασίας το σύστημα της εξαήμερης απασχόλησης. Η κυβέρνηση δια στόματος του κυβερνητικού εκπροσώπου αλλά και του πρωθυπουργού δηλώνει πως «απλά δόθηκε η δυνατότητα για μια πρόσθετη βάρδια εργασίας σε συγκεκριμένους και ελάχιστους κλάδους της οικονομίας …». Συμφωνούμε.
Το ερώτημα είναι σε ποιους δόθηκε; Στους εργαζομένους αν το επιθυμούν, ή στις βιομηχανίες; Η απάντηση είναι πολύ εύκολη. Δόθηκε στους μεγάλους βιομηχανικούς ομίλους η δυνατότητα να απασχολούν το προσωπικό τους και έκτη ημέρα. Δεν προκύπτει από το άρθρο 24 του νόμου 5053/2023 η δυνατότητα του εργαζομένου να αρνηθεί την πρόσθετη εργασία.
Το άρθρο αναφέρει «σε περιπτώσεις επιχειρήσεων ή εκμεταλλεύσεων συνεχούς λειτουργίας με σύστημα εναλλασσόμενων βαρδιών, στις οποίες οι εργαζόμενοι απασχολούνται με πενθήμερη εβδομαδιαία εργασία, δύναται να επιτρέπεται, η απασχόληση τους, κατά την έκτη ημέρα της εβδομάδας, εφόσον καταχωρίζεται από τον εργοδότη, στο Πληροφοριακό Σύστημα ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ, πριν την ανάληψη υπηρεσίας από τον εργαζόμενο». Οπού τα νομοθετήματα εννοούν πως η ανάληψη μιας εργασίας είναι προϊόν συμφωνίας εργοδότη- εργαζομένου, γνωρίζουμε από το σύνολο της πρόσφατης νομοθεσίας ότι υπάρχει ρητά η αναφορά «με τη σύμφωνη γνώμη του εργαζομένου».
Ρητά η προϋπόθεση
Στο άρθρο 25 , όπως αναφέρεται ρητά, η μοναδική προϋπόθεση που νομιμοποιεί την εργασία την 6η ημέρα, είναι η καταχώριση της από τον εργοδότη στο πληροφοριακό σύστημα ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ. Η άρνηση του εργαζομένου κατά τη γνώμη μου μπορεί να χωρέσει ως επίκληση κωλύματος, και όχι ως μόνιμη δυνατότητα άρνησης. Ο εργαζόμενος επί της αρχής υποχρεούται να παράσχει την εργασία του και να συμμορφωθεί με το διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη.
Οι μόνοι περιορισμοί που επιτρέπουν την αντίθεση του εργαζομένου στην μονομερή επιβολή πηγάζουν από το άρθρο 659 του Αστικού Κώδικα, το οποίο αναφέρει «αν παρουσιαστεί ανάγκη για εργασία πέραν από την συμφωνημένη ή τη συνηθισμένη, ο εργαζόμενος έχει υποχρέωση να την παράσχει, αν είναι σε θέση να το κάνει και η άρνηση του θα ήταν αντίθετη με την καλή πίστη». Δηλαδή ο εργαζόμενος μόνο αν βρίσκεται σε κατάσταση ανυπαίτιου κωλύματος, μπορεί να αρνηθεί την επιπλέον της συμφωνημένης απασχόληση.
Το βάρος της απόδειξης του κωλύματος θα βαρύνει τον εργαζόμενο. Ακόμα και αν δεχθούμε, πως ο εργαζόμενος μπορεί να αρνηθεί την εργασία την έκτη ημέρα, ανακύπτει το ερώτημα αν ο εργοδότης μπορεί στα πλαίσια της άσκησης διευθυντικού δικαιώματος να καταγγείλει τη σύμβαση εργασίας επικαλούμενος ότι η άρνηση του μισθωτού να απασχοληθεί 6η ημέρα αντίκειται στην σχεδιαζόμενη από τον ίδιο τον εργοδότη διάρθρωση της εκμετάλλευσης. Λόγω της ελλιπούς διατύπωσης της διάταξης κανείς δεν μπορεί να απαντήσει με βεβαιότητα.
Νομολογία από τα δικαστήρια
Είναι σίγουρο ότι στο μέλλον η νομολογία, σε περίπτωση κατάθεσης αγωγής για την ακυρότητα απόλυσης μετά την άρνηση εργαζομένου να απασχοληθεί 6η ημέρα, θα απαντήσει στα κενά του νόμου και θα αποτυπώσει την πραγματική ερμηνεία του. Πάντως από πουθενά δεν συνάγεται, ούτε η κυβέρνηση το έχει ρητά υποστηρίξει, ότι η παροχή εργασίας την έκτη ημέρα είναι οικειοθελής εκ μέρους του μισθωτού.
Το άρθρο 26 του ν.5053/2023 αναφέρει «σε περιπτώσεις επιχειρήσεων ή εκμεταλλεύσεων, που δεν είναι από τη φύση τους συνεχούς λειτουργίας, αλλά είναι δυνατόν να λειτουργούν κατά τις ημέρες Δευτέρα έως Σάββατο, επί 24 ώρες, με σύστημα εναλλασσόμενων βαρδιών, και στις οποίες οι εργαζόμενοι απασχολούνται σε πενθήμερη εβδομαδιαία εργασία, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, κατά τις οποίες η επιχείρηση παρουσιάζει απρόβλεπτα ιδιαίτερα αυξημένο φόρτο εργασίας, επιτρέπεται η απασχόληση των εργαζομένων κατά την έκτη ημέρα της εβδομάδας. Η ειδική αυτή συνθήκη (εννοεί τον απρόβλεπτα και ιδιαίτερα αυξημένο φόρτο εργασίας) γνωστοποιείται από τον εργοδότη στην Επιθεώρηση Εργασίας πριν από την ανάληψη υπηρεσίας από τον εργαζόμενο και υπόκειται σε έλεγχο σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις».
Από τη συγκριτική ερμηνεία των δύο διατάξεων, άρθρο 25 και άρθρο 26, προκύπτουν οι διαφορές μεταξύ της εφαρμογής της εξαήμερης στην βιομηχανία και τις λοιπές επιχειρήσεις. Στο άρθρο 26, που αναφέρεται στις υπόλοιπες επιχειρήσεις, αναφέρεται ότι η εξαήμερη εφαρμόζεται σε εξαιρετικές περιπτώσεις αυξημένου φόρτου με γνωστοποίηση στην Επιθεώρηση Εργασίας, θεσμικές εγγυήσεις που δεν υπάρχουν στο αντίστοιχο άρθρο 25 που αφορά τη βιομηχανία, γεγονός που επιβεβαιώνει την πλήρη απελευθέρωση των ωραρίων στις επιχειρήσεις συνεχούς λειτουργίας. Η ευελιξία που προωθεί η κυβέρνηση αφορά και τις υπόλοιπες επιχειρήσεις, αλλά εκεί μπορεί πιο εύκολα να ελεγχθεί η καταχρηστικότητα στην άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος.
Σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατες μελέτες οι Έλληνες εργαζόμενοι, είναι ήδη, πριν την εφαρμογή της εξαήμερης εργασίας, οι εργαζόμενοι με τις πιο πολλές ώρες ανά εβδομάδα στην Ευρώπη. Εργάζονται κατά μέσο όρο 40 ώρες την εβδομάδα, ενώ ο αντίστοιχος ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 36,1 ώρες. Όμως, παρά τις πολλές ώρες εργασίας, ως χώρα είμαστε στα 2/3 του ευρωπαϊκού μέσου όρου της παραγωγικότητας της εργασίας με προφανή κόστη στην ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Την ίδια στιγμή στην υπόλοιπη Ευρώπη δοκιμάζουν την τετραήμερη εργασία χωρίς μείωση αποδοχών. Μήπως πρέπει να αλλάξουμε ρότα;
• Ο Κώστας Τσουκαλάς είναι Δικηγόρος-Εργατολόγος