- Το τοξικό κλίμα με αφορμή την μηνυτήρια αναφορά Ανδρουλάκη αφήνει πίσω του μόνο χαμένους
Του Μιχάλη Κωτσάκου
Η μηνυτήρια αναφορά του Νίκου Ανδρουλάκη στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου για απόπειρα παρακολούθησης του κινητού του μέσω ενός υπερσύγχρονου λογισμικού Predator -κάτι που είναι επιβεβαιωμένο και από τις υπηρεσίες ασφαλείας του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου-επανέφερε στην πολιτική επικαιρότητα τις υποκλοπές.
Η χώρα μας πληγώθηκε ουκ ολίγες φορές στο παρελθόν από υποθέσεις υποκλοπών. Οι καταγγελίες ένθεν κακείθεν την οκταετία 1986-1994 θα μείνουν στην ιστορία. Πρώτη έκανε καταγγελίες την δεκαετία του 80, όταν στον κρατικό ΟΤΕ ηγείτο ο Θεοφάνης Τόμπρας (1932-1996), πρώην αξιωματικός διαβιβάσεων του στρατού ξηράς. Ο αστικός μύθος της εποχής αναφέρει ότι ο Τόμπρας παρακολουθούσε μέχρι και τον Ανδρέα Παπανδρέου, που τον είχε τοποθετήσει το 1981, στην αρχή ως υποδιοικητή και από το 1984 ως διοικητή. Απλά θα πρέπει να αναφερθεί ότι επί ημερών του Τόμπρα ο ΟΤΕ κατέγραψε απίθανα κέρδη. Τότε, λοιπόν, η Ν.Δ. κατηγόρησε ότι κατ’ εντολή του Ανδρέα Παπανδρέου ο Θεοφάνης Τόμπρας παρακολουθούσε το τηλέφωνο του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Η απάντηση του Τόμπρα μυθική: «Όντως γίνονται παρακολουθήσεις, αλλά τις κάνει η Ν.Δ.».
Η αντεπίθεση
Λίγα χρόνια αργότερα ήταν η σειρά του ΠΑΣΟΚ να αντεπιτεθεί. Προς το τέλος της κυβέρνησης Μητσοτάκη τον Απρίλιο του 1993, μία cult φιγούρα-ο τότε υπάλληλος του ΟΤΕ-Χρήστος Μαυρίκης, παραδέχεται ότι παρακολουθούσε την μισή Αθήνα που αντιπολιτεύονταν τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, κατ’ εντολή του πρωθυπουργού και καταγγέλλει ως αρχηγό της επιχείρησης τον απόστρατο στρατηγό Νίκο Γρυλλάκη (1926-2017)- εξ απορρήτων του τότε πρωθυπουργού. Ο Μαυρίκης λαμβάνει τον τίτλο «εθνικός κοριός», το απολαμβάνει και αφού κάνει ένα πέρασμα από τον Κορυδαλλό, διάγει τον μύθο του και όποτε σκάει θέμα παρακολουθήσεων ευχαρίστως παραχωρεί συνεντεύξεις. Ο Γρυλλάκης ποτέ δεν παραδέχθηκε την εμπλοκή του, κατηγορώντας ως μυθομανή τον Μαυρίκη. «Ο άνθρωπος που δεν χαμογέλασε ποτέ», όπως αποκαλούσαν τον Γρυλλάκη πήρε μαζί του το μυστικό, εάν δηλαδή έγιναν παρακολουθήσεις. Το βέβαιο είναι ότι ο Γρυλλάκης θεωρείτο ίσως ο καλύτερος αξιωματικός της ΕΥΠ (με εκπαίδευση σε ΣΙΑ και Μοσάντ)μέχρι που τον αποστράτευσε ο Ανδρέας Παπανδρέου κι έγινε το δεξί χέρι του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη σε θέματα ασφάλειας. Το 1992 τον είχαν πλησιάσει πρώην κατάσκοποι της KGB και του πρότειναν να μεταφέρει στην κυβέρνηση το ενδεχόμενο να αποκτήσει η Ελλάδα τρία πυρηνικά όπλα μικρής ισχύος αντί έξι εκατομμυρίων δολαρίων. Κάτι που απέκλεισε ο τότε πρωθυπουργός, λόγω της στενής σχέσης της Ελλάδας με τις ΗΠΑ
Η υπόθεση έκλεισε όταν ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης με απόφαση της Βουλής παραπέμφθηκε στο Ειδικό Δικαστήριο. Αλλά τελικά με εντολή Παπανδρέου το 1994 αποσύρθηκαν οι διώξεις για να σταματήσει το τοξικό κλίμα και να επέλθει η ομαλότητα στην πολιτική ζωή.
Οι καταγγελίες Καραμανλή
Δώδεκα χρόνια αργότερα τον Φεβρουάριο του 2006 η κυβέρνηση Καραμανλή δια των υπουργών των υπουργών Επικρατείας Θόδωρου Ρουσόπουλου, Δικαιοσύνης Αναστάση Παπαληγούρα και Δημόσιας Τάξης Γιώργου Βουλγαράκη κατήγγειλε υποκλοπές εις βάρος του τότε πρωθυπουργού, Κώστα Καραμανλή, στελεχών της κυβέρνησης και άλλων παραγόντων της δημόσιας ζωής. Οι υποκλοπές αποκαλύφθηκαν στις 4 Μαρτίου 2005, έπειτα από έναν έλεγχο ρουτίνας, που διεξήγαγε η εταιρία Vodafone στο λογισμικό της. Η κυβέρνηση ενημερώθηκε στις 10 Μαρτίου και αποκάλυψε το γεγονός στην κοινή γνώμη στις 2 Φεβρουαρίου 2006. Τελικά το μόνο που έμεινε ήταν ο θάνατος του πρώην υπαλλήλου μεγάλης εταιρεία κινητής τηλεφωνίας Κώστα Τσαλικίδη. Ο αστικός μύθος αναφέρει ότι ξένες μυστικές υπηρεσίες παρακολουθούσαν τον τότε πρωθυπουργό, ενώ στο τέλος η κυβέρνηση βρέθηκε απολογούμενη ότι «δεν προασπίζει την εθνική ασφάλεια της χώρας από τη στιγμή που αλωνίζουν οι ξένες μυστικές υπηρεσίες».
Και φτάνουμε στο σήμερα, όπου η μηνυτήρια αναφορά του Νίκου Ανδρουλάκη έχει σηκώσει πολλή σκόνη. Και αυτό διότι ο ΣΥΡΙΖΑ θεώρησε ότι είναι η ευκαιρία για να «γρατζουνίσει» την κυβέρνηση κατηγορώντας προσωπικά τον Κυριάκο Μητσοτάκη ότι κρύβεται πίσω από την παρακολούθηση του κινητού του προέδρου του ΠΑΣΟΚ. Κάτι που δεν έχει ισχυριστεί ούτε το ίδιο το ΠΑΣΟΚ.
Τοξικό κλίμα
Όπως μπορεί να καταλάβει ακόμη και ο πλέον αδαής περί των πολιτικών πραγμάτων η χώρα έχει εισέλθει σε μία δύσκολη περίοδο, όπου ο πολιτικός λόγος είναι μόνο τοξικός. Κάτι που δεν έχουν ανάγκη οι πολίτες, οι οποίοι ανεξαρτήτως ιδεολογικής προσέγγισης αντιμετωπίζουν τα ίδια οικονομικά προβλήματα με την παγκόσμια οικονομική κρίση.
Το ήδη τοξικό κλίμα ήρθε να το δυναμιτίσει και ο πρώην υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ, ο Παναγιώτης Λαφαζάνης, ο οποίος σε συνέντευξη του ισχυρίστηκε ότι την εποχή που ήταν υπουργός Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, στην κυβέρνηση Τσίπρα (Ιανουάριος 2015 –Ιούλιος 2015) κατήγγειλε ότι υπήρξε θύμα παρακολουθήσεων. Μάλιστα ισχυρίστηκε ότι τον παρακολουθούσε και η ΕΥΠ (τότε διοικητής ήταν ο Γιάννης Ρουμπάτης, ο οποίος άνηκε στο στενό κύκλο συνεργατών του Αλέξη Τσίπρα).
Τελικά τι θέλουν να κερδίσουν οι πολιτικοί πρωταγωνιστές αυτής της υπόθεσης; Ο Κυριάκος Μητσοτάκης καίγεται πρωτίστως να αποδειχθεί ότι για την απόπειρα παρακολούθησης δεν έχει καμία ευθύνη η κυβέρνηση. Ο Αλέξης Τσίπρας να φανατίσει το κοινό του για την κακή δεξιά κυβέρνηση προκειμένου να αποδείξει ότι έχει δίκιο όταν μιλάει με όρους παρελθόντος αναζητώντας σωσίβιο στο εμφυλιοπολεμικό κλίμα. Και τέλος ο Νίκος Ανδρουλάκης έξυπνά ποιώντας μετέφερε στην Ελλάδα τα θέματα του ευρωκοινοβουλίου μέσω της μηνυτήρια αναφοράς. Και φυσικά το ΠΑΣΟΚ επέστρεψε στην πρώτη γραμμή της πολιτικής επικαιρότητας.
Οφέλη από σπόντα
Ποιος κερδίζει από την υπόθεση; Σίγουρα όχι οι πολίτες. Επίσης πόντους δεν παίρνει ούτε ο κ. Μητσοτάκης, ούτε ο κ. Τσίπρας. Οι φωνασκίες, οι αλληλοκατηγορίες, οι αιχμές και οι επιθέσεις δεν συγκινούν κανέναν. Πιο σωστά δεν συγκινούν τον απλό κόσμο. Από την καταγγελία οφέλη αναμένεται να έχει ο κ. Ανδρουλάκης. Κέρδισε το ενδιαφέρον των ΜΜΕ με την μηνυτήρια αναφορά, αλλά αυτός που του κάνει τεράστια διαφήμιση είναι ο ίδιος ο κ. Τσίπρας και το κόμμα του που αποφάσισαν να υιοθετήσουν την καταγγελία.
Και το σημαντικότερο για τον κ. Ανδρουλάκη είναι ότι ο κ. Τσίπρας του κάνει διαφήμιση στο ίδιο διεκδικούμενο κοινό από τα δύο κόμματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ κινδυνεύει να πέσει ο ίδιος στην παγίδα που υποτίθεται στήνει στον κ. Μητσοτάκη. Να σκεφθούν οι ψηφοφόροι κάτι απλό: «Από τη στιγμή που παρακολουθούν τον Ανδρουλάκη, άρα αυτόν φοβούνται, αυτόν υπολογίζουν». Οπότε αυτά τα παιχνίδια μυαλού μπορούν στο τέλος να αποβούν μοιραία για τον ΣΥΡΙΖΑ. Και απολύτως κερδοφόρα για το ΠΑΣΟΚ.