• Δημιουργεί, εκτός των άλλων, σοβαρά ζητήματα στην κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη της χώρας μας και στην εδαφική της συνοχή
Του Βασίλη Παππά *
Η πληθυσμιακή ανισοκατανομή στην Ελλάδα είναι ένα από τα κρίσιμα ζητήματα που καθορίζουν την ισόρροπη ανάπτυξη της χώρας εφόσον οι μεγάλες πληθυσμιακές συγκεντρώσεις συνάδουν με συγκεντρώσεις οικονομικών και λοιπών δραστηριοτήτων με προφανείς επιπτώσεις στη διαμόρφωση του όλου αναπτυξιακού χαρακτήρα της.
Παρ’ ότι η αναφορά στην πληθυσμιακή συσσώρευση (υδροκεφαλισμό) στην Αττική – και στην Θεσσαλονίκη δευτερευόντως-, είναι συνεχής για την εξήγηση των διάφορων δυσλειτουργιών και ζητημάτων που ανακύπτουν σε εθνικό επίπεδο, η αναφορά στο ρόλο των λοιπών αστικών κέντρων και η επίδραση τους σε ενδοπεριφερειακό επίπεδο είναι περιορισμένη και δεν έχει επαρκώς καταγραφεί – συζητηθεί.
Αφετηρία του παρουσιαζόμενου προβληματισμού αποτελεί η υπερσυγκέντρωση του πληθυσμού σε ένα πολύ μικρό αριθμό οικισμών καθώς το 56,6% των κάτοικων της χώρας μας το 2021 (5,938 από τα 10,482 εκατ.)σύμφωνα με τα πρόσφατα δημοσιευθέντα από την ΕΛΣΤΑΤ στοιχεία της απογραφής διαμένει σε 100 μόνον από τους 13.586 οικισμούς της. Στον αντίποδα 2.172 οικισμοί έχουν λιγότερους από 10 κατοίκους (και συνολικά 6.299 άτομα) ένωσε 838 από αυτούς δεν υπάρχουν μόνιμοι κάτοικοι.
Ο μόνιμος πληθυσμός της Ελλάδας που ανέρχεται στην απογραφή του 2021 σε 10,482 εκατ. είναι εξαιρετικά άνισα κατανεμημένος: οι δύο πολυπληθέστερες Περιφερειακές Ενότητες της χώρας (Θεσσαλονίκης και Κεντρικού Τομέα Αθηνών) συγκεντρώνουν 2,09 εκατομμύρια- το20,0% του συνολικού πληθυσμού- ενώ καταλαμβάνουν μόλις το 2,8% της έκτασης της Ελλάδας. Αντίστοιχα οι 10 πολυπληθέστερες, εκ των οποίων οι 6 βρίσκονται στην Περιφέρεια Αττικής, συγκεντρώνουν το 53,0% του πληθυσμού στο 12,8% της έκτασης της Ελλάδας.
Τα νησιά
Στον αντίποδα οι 10 Περιφερειακές Ενότητες με τον λιγότερο πληθυσμό είναι όλες νησιώτικες, συγκεντρώνουν το 0,86% του συνολικού πληθυσμού (89,9 χιλ.) και καταλαμβάνουν το 2,1% της έκτασης.
Το φαινόμενο της έντονης ανισοκατανομής αποτυπώνεται και σε επίπεδο Δήμων καθώς στους 10 πολυπληθέστερους από τους υπάρχοντες 332 (Αθηναίων, Θεσσαλονίκης, Πατρέων, Ηρακλείου, Πειραιώς, Λαρισαίων, Βόλου, Περιστερίου, Ρόδου και Ιωαννιτών) βρίσκεται συγκεντρωμένο το 21,0% του συνολικού πληθυσμού (2,2 εκατομμύρια). Στον αντίποδα, οι 10 ολιγοπληθέστεροι νησιωτικοί Δήμοι (Τήλου, Φολεγάνδρου, Μεγίστης, Χάλκης, Η.Ν. Ψαρών, Ανάφης, Αγίου Ευστρατίου, Σικίνου, Αγαθονησίου και Γαύδου) έχουν μόλις 4,1 χιλ. κατοίκους (0,04% του συνολικού πληθυσμού).
Το φαινόμενο της πληθυσμιακής ανισοκατανομής καταγράφεται ακόμα πιο έντονα όταν αλλάξουμε κλίμακα και μελετήσουμε τις Δημοτικές Ενότητες (Δ.Ε). Όσες έχουν μόνιμο πληθυσμό πάνω από 100.000 κατοίκους είναι μόλις 8 (Αθηναίων, Θεσσαλονίκης, Πατρέων, Πειραιώς, Ηρακλείου, Λαρισαίων, Περιστερίου και Αχαρνών), ενώ οι μισές από αυτές βρίσκονται στην Περιφέρεια Αττικής. Στον αντίποδα 11 Δημοτικές Ενότητες έχουν λιγότερους από 100κατοίκους η κάθε μία, οι περισσότερες εκ των οποίων (5) βρίσκονται στην Περιφερειακή Ενότητα Γρεβενών.
Ειδικότερα, σε μόλις 66 από τις 1.036 Δ.Ε (Χάρτης) που βρίσκονται στην Περιφέρεια Αττικής, στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης ή αποτελούν μέρος των πρωτευουσών αρκετών Περιφερειακών Ενοτήτων, διαμένει το 50,1% του συνολικού πληθυσμού (5,25 εκατομμύρια)στο 4,3% της συνολικής έκτασης της χώρας, ενώ άνω του 80% (8,39 εκατομμύρια) συγκεντρώνεται σε 277 Δημοτικές Ενότητες που καλύπτουν το 25,2% της συνολικής έκτασης.
Μέτρο σύγκρισης
Για να έχουμε δε και ένα μέτρο σύγκρισης της εξέλιξης της πληθυσμιακής ανισοκατανομής στη χώρα μας αναφέρουμε ότι το 1951 το 80% του τότε πληθυσμού (7,6εκατομμύρια) διέμενε σε 2.175 από τους 5.975 ΟΤΑ της εποχής εκείνης στους οποίους αναλογούσε το 55,5% της έκτασης της χώρας. Το ποσοστό όμως της έκτασης αυτής μειώθηκε τα τελευταία εβδομήντα χρόνια στο μισό, από 55,5% το 1951 σε 25,2%το 2021 της συνολικής επιφάνειας.
Ανισοκατανομή χαρακτηρίζει όμως συχνά και το εσωτερικό της κάθε Περιφερειακής Ενότητας (Π.Ε). Ειδικότερα ο πληθυσμός του μεγαλύτερου αστικού κέντρου της κάθε μιας από αυτές είναι σε πολλές περιπτώσεις δυσανάλογα «μεγάλος» και αυτό αποτυπώνεται και στο ειδικό πληθυσμιακό βάρος της πολυπληθέστερης Δημοτικής Κοινότητας (δηλαδή στο ποσοστό του πληθυσμού της Κοινότητας αυτής ως προς τον πληθυσμό της Π.Ε στην οποία εντάσσεται). Από την ανάλυσή μας προκύπτει ειδικότερα ότι:i) σε 6 Περιφερειακές Ενότητες (Πατρέων, Λαρισαίων, Ξάνθης, Κομοτηνής, Δράμας και Τρικκαίων) η πολυπληθέστερη Δημ. Κοινότητα συγκεντρώνει περισσότερο από το 50% του πληθυσμού της Περιφερειακής Ενότητάς της, ενώ ταυτόχρονα καταλαμβάνει λιγότερο από το 3% της έκτασής της, ii) υπάρχουν 31 Π.Ε όπου η πολυπληθέστερη Δημοτική τους Κοινότητα συγκεντρώνει το 20 – 49,6% του συνολικού πληθυσμού στο 0,31-4,72% της έκτασης της κάθε μιας από αυτές,iii) οι νησιώτικες Π.Ε διαθέτουν διαφορετικά μοτίβα στην κατανομή του πληθυσμού τους που εξαρτώνται από το μέγεθος και τον χαρακτήρα του κάθε νησιού, και, τέλος, iv) οι Δ.Κ των μεγάλων αστικών συμπλεγμάτων της Αττικής και της Θεσσαλονίκης παρουσιάζουν διαφορετική εικόνα γιατί οι Π.Ε στις οποίες ανήκουν είναι κυρίως αστικές με μεγάλες πληθυσμιακές συγκεντρώσεις, όπως πχ. η Π.Ε του Κεντρικού τομέα Αθηνών.
Συνοψίζοντας οφείλουμε να σημειώσουμε και το γεγονός ότι, εκτός από την υπερσυγκέντρωση του πληθυσμού σε ελάχιστες Περιφερειακές Ενότητες/ Δήμους/ Δημοτικές Ενότητες και την έντονη ανισοκατανομή του στο εσωτερικό πολλών Περιφερειακών Ενοτήτων, το 80 % των κάτοικων της χώρας μας συγκεντρώνεται σε 710 μόνον από τους 13.589 οικισμούς της. Η εξαιρετικά άνιση αυτή κατανομή του πληθυσμού στον ελλαδικό χώρο, αποτέλεσμα του μεταπολεμικού μοντέλου ανάπτυξης και της απουσίας χωροταξικού σχεδιασμού, συνοδεύεται όχι μόνον από την άνιση κατανομή στο χώρο του εργατικού δυναμικού, των οικονομικών δραστηριοτήτων, του παραγομένου πλούτου αλλά και από μια προβληματική κατανομή του πληθυσμού ανά ηλικία (αυξημένη γήρανση).
Δημιουργεί, εκτός των άλλων, σοβαρά ζητήματα στην κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη της χώρας μας και στην εδαφική της συνοχή, ενώ έχει ήδη επηρεάσει και τον δημογραφικό δυναμισμό πολλών περιοχών με μικρές πληθυσμιακές πυκνότητες όπου καταγράφονται συνήθως ετησίως υψηλές αναλογίες θανάτων ανά γέννηση και υψηλοί ρυθμοί μείωσης του πληθυσμού, εγείροντας βάσιμες αμφιβολίες ως προς την δυνατότητα αποφυγής της δημογραφικής τους κατάρρευσης.
• Ο Βασίλης Παππάς είναι ιδρυτικό μέλος του Ινστιτούτου Δημογραφικών Ερευμών και Μελετών