Του Αλέξανδρου Δεσποτόπουλου
Η προσεχής συνάντηση μεταξύ του πρωθυπουργού της Ελλάδας, Κυριάκου Μητσοτάκη, και του προέδρου της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, στην Άγκυρα αυτή τη φορά, αναμένεται από πολλούς με μεγάλο ενδιαφέρον για την πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
Παρά την ηρεμία επί του πεδίου το τελευταίο έτος, έχει διαμορφωθεί μία συνθήκη επανειλημμένων διεκδικητικών ενεργειών και δηλώσεων τούρκων αξιωματούχων, οι οποίες επιδρούν αρνητικά στο κλίμα των διμερών σχέσεων. Δικαιολογημένα διατηρούμε αμφιβολία κατά πόσο η εξέλιξη της εν λόγω συνάντησης θα αποκαλύψει εάν η Τουρκία είναι πρόθυμη να αλλάξει την γενικότερη στάση της και να συμβάλει εποικοδομητικά και πειστικά στις προσπάθειες διαλόγου και συμφιλίωσης μεταξύ των δύο κρατών.
Έτσι, η προσπάθεια να επιτευχθεί ουσιαστική συμφιλίωση και όχι απλά ηρεμία επί του πεδίου μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας αντιμετωπίζει αδιαμφισβήτητες προκλήσεις.
Πρόκληση στα αισθήματα
Κινήσεις και γεγονότα που αποτελούν πρόκληση στα αισθήματα της ελληνικής κοινής γνώμης, όπως η μετατροπή της Μονής της Χώρας σε τζαμί και η περιλαμβανόμενη του αφηγήματος της γαλάζιας πατρίδας στα εκπαιδευτικά εγχειρίδια, συμβάλλουν στην ενίσχυση των επικρατούντων προκλήσεων και δυσκολιών στις διμερείς σχέσεις. Αν και αυτές οι ενέργειες μπορούν να ερμηνευθούν μερικώς ως προσπάθεια εκ μέρους της τουρκικής κυβέρνησης να ικανοποιήσει την αποστασιοποιημένη τουρκική κοινή γνώμη, συνολικά και χωρίς αμφιβολία προωθούν το αφήγημα της λεγόμενης ισλαμικής συνοχής και της εθνικιστικής προπαγάνδας, υπηρετώντας τις γεωστρατηγικές πολιτικές της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής.
Η ανάπτυξη εθνικιστικών φαντασιώσεων στην τουρκική κοινωνία αποτελεί μια προκλητική κληρονομιά που αφήνει πίσω της ο πρόεδρος Ερντογάν. Ο μέσος τούρκος πολίτης, επηρεασμένος από τον υπερφύαλο μεγαλοϊδεατισμό του τουρκικού ηγέτη, πιστεύει τώρα ότι η Ελλάδα έχει καταλάβει τουρκικά νησιά και ότι οι ελληνοκύπριοι δεν ενδιαφέρονται πραγματικά για την επίλυση του Κυπριακού προβλήματος.
Η επίδραση των εθνικιστικών κομμάτων στην πολιτική σκηνή, όπως φάνηκε και στις πρόσφατες δημοτικές εκλογές, έχει φθάσει πλέον σε ανησυχητικά επίπεδα, καθιστώντας το φαινόμενο αυτό μια σοβαρή πρόκληση για τη σταθερότητα στη σχέση των χωρών μας.
Περαιτέρω διαβούλευση
Παρά τις προσπάθειες για διπλωματική επίλυση, είναι προφανές ότι ουσιαστική εξομάλυνση των σχέσεων και συμφιλίωση μεταξύ των δύο χωρών απαιτεί περαιτέρω διαβούλευση και συνεννόηση και κυρίως αναστόχευση εκ μέρους της Τουρκίας των αναθεωρητικών της πολιτικών. Η μείωση των εντάσεων στο Αιγαίο και η ενίσχυση των οικονομικών σχέσεων μπορεί να αποτελέσει βήμα προς την κατεύθυνση της ειρήνης και της σταθερότητας στην περιοχή, αλλά δεν είναι αρκετά για οριστικές και βιώσιμες λύσεις.
Στο πλαίσιο, όπως έχει διαμορφωθεί, θα πρέπει να διατηρήσουμε χαμηλές τις προσδοκίες μας για τη συνάντηση μεταξύ του ελληνικού πρωθυπουργού και του τουρκικού Προέδρου. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι δεν έχει δημιουργηθεί ακόμα ένα κλίμα ουσιαστικής εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο χωρών. Επομένως, είναι πιθανό η συνάντηση να περιοριστεί στην απλή δήλωση προσήλωσης στην πορεία της προσέγγισης. Με άλλα λόγια, οι δύο ηγέτες θα επισημάνουν ότι, παρά τις δυσκολίες, η προσπάθεια εξομάλυνσης των σχέσεων συνεχίζεται απρόσκοπτα.
Πιθανά θέματα πολιτικής σημασίας θα εξεταστούν, ενώ και οι δηλώσεις τους μπορεί να αναφέρουν δύσκολα θέματα, χωρίς όμως να θίγουν τη συνολική προσπάθεια για βελτίωση των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών.
Ο Αλέξανδρος Δεσποτόπουλος είναι Διεθνολόγος